Ο Περικλής (από τις λέξεις περί + κλέος = «o περιτριγυρισμένος από δόξα», περίπου 495-429 π.Χ.) ήταν Αρχαίος Έλληνας πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός του 5ου αιώνα π.Χ., γνωστού και ως «Χρυσού Αιώνα», και πιο συγκεκριμένα της περιόδου μεταξύ των Περσικών Πολέμων και τουΠελοποννησιακού Πολέμου. Η δύναμη, δόξα και η φήμη την οποία χάρισε στην Αρχαία Αθήνα, δικαιώνουν απόλυτα το χαρακτηρισμό του Χρυσού Αιώνα. Η εποχή στην οποία ήταν κύριος της πολιτικής ζωής της Αρχαίας Αθήνας, δηλαδή μεταξύ του 461 π.Χ. και του 429 π.Χ., ονομάζεται μέχρι σήμερα «Εποχή του Περικλή».
Ο Περικλής εκμεταλλεύτηκε τη νίκη των ελληνικών δυνάμεων επί των Περσών και την άνοδο της ναυτικής δύναμης της Αθήνας προκειμένου να μετατρέψει τη Δηλιακή Συμμαχία σε «Αθηναϊκή Ηγεμονία», οδηγώντας την πόλη του στην μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της κατά την περίοδο των 14 συνεχόμενων ετών που εκλεγόταν στο αξίωμα του Στρατηγού. Σε στρατιωτικό επίπεδο, οι επεκτατικές και στρατιωτικές επιχειρήσεις που πραγματοποίησε κατά την διάρκεια της κυριαρχίας του είχαν σαν κύριο στόχο τη διαφύλαξη των συμφερόντων της Αθήνας. Τις επιχειρήσεις αυτές διεξήγαγε με τη βοήθεια του πανίσχυρου αθηναϊκού ναυτικού, το οποίο άρχισε να δυναμώνει την εποχή του Θεμιστοκλή και αργότερα του Κίμωνα, γιου του Μιλτιάδη. Ωστόσο ήταν κατά την εποχή του Περικλή που έφτασε στην απόλυτη ακμή του, αποτελώντας τον κινητήριο μοχλό της αθηναϊκής υπερδύναμης. Ο Περικλής ήταν ηγέτης της Αθήνας μέχρι τα δύο πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ώσπου το 429 π.Χ. απεβίωσε εξαιτίας του λοιμού που χτύπησε την πόλη του.
Υπήρξε μέγας προστάτης των τεχνών, της λογοτεχνίας και των επιστημών, και ο βασικός υπεύθυνος για το γεγονός ότι η Αθήνα έγινε το πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του αρχαίου κόσμου. Επίσης, σε αυτόν οφείλεται η κατασκευή πολλών από τα σημαντικά μνημεία που κοσμούσαν την Αρχαία Αθήνα, με εκείνα της Ακρόπολης να διατηρούν εξέχουσα θέση ανάμεσά τους. Επίσης, υπήρξε μέγας υποστηρικτής της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου και ως αποτέλεσμα, κατά την εποχή του, τέθηκαν οι βάσεις του λεγόμενου Δυτικού Πολιτισμού. Η δράση του δεν περιορίστηκε μόνο εκεί, αλλά ως ηγέτης των Αθηνών, με μία σειρά νόμων, υποστήριξε τις λαϊκές μάζες και τις βοήθησε να αποκτήσουν περισσότερα δικαιώματα σε βάρος της αριστοκρατικής τάξης στην οποία ανήκε κι ο ίδιος. Ήταν τόσο ανοικτός προς τις ευρύτερες μάζες, που πολλοί τον αποκαλούσαν λαϊκιστή.[1][2]
Οι φιλοδημοκρατικές του θέσεις αποτυπώνονται καλύτερα στον περίφημο «Επιτάφιο Λόγο» του προς τιμήν των πεσόντων του πρώτου έτους του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο οποίος διασώθηκε από τον ιστορικό Θουκυδίδη. Ο τελευταίος θαύμαζε τόσο πολύ τον Περικλή, που τον αποκαλούσε «πρώτο πολίτη των Αθηνών».
Νεανικά χρόνια
Ο Περικλής γεννήθηκε στον Δήμο Χολαργού, βόρεια της Αθήνας, γύρω στο 495 π.Χ..α[›] Πατέρας του ήταν ο επίσης πολιτικός και στρατηγός των αρχών του 5ου αιώνα π.Χ., Ξάνθιππος, γνωστός επειδή βοήθησε στην καταδίκη του Μιλτιάδη για την αποτυχημένη αθηναϊκή εκστρατεία εναντίον της Πάρου το 489 π.Χ., για τονοστρακισμό του το 485 π.Χ., και κυρίως για το ότι ηγήθηκε των αθηναϊκών δυνάμεων στη Ναυμαχία της Μυκάλης τον Αύγουστο του 479 π.Χ., όπου οι Έλληνες πέτυχαν αποφασιστική νίκη εναντίον των Περσών. Μητέρα του ήταν η Αγαρίστη, μέλος της παλαιάς και ισχυρής αριστοκρατικής οικογένειας των Αλκμεωνιδών. Προπάππους της Αγαρίστης ήταν ο τύραννος της Σικυώνας, Κλεισθένης, ενώ θείος της ήταν ο μείζων μεταρρυθμιστής του αθηναϊκού πολιτεύματος, Κλεισθένης που επίσης ήταν μέλος της οικογένειας των Αλκμεωνιδών.β[›][3]
Σύμφωνα με την αφήγηση του φερόμενου ως «πατέρα της ιστορίας» και συγχρόνου του Περικλή, Ηροδότου, καθώς και του ιστορικού Πλουτάρχου, λίγες ημέρες πριν τη γέννηση του μεγάλου πολιτικού, η μητέρα του, Αγαρίστη, είδε στο ύπνο της ένα όνειρο όπου αντί για παιδί είχε φέρει στον κόσμο ένα λιοντάρι[4][5]. Οι υπηρέτριές της, όταν ξύπνησε από το φόβο της, τής είπαν πως το όνειρο ήταν καλό σημάδι, γιατί το λιοντάρι αντιπροσώπευε τη δύναμη και τη δόξα. Ωστόσο, πολλοί κωμωδιογράφοικαι πολιτικοί του αντίπαλοι αργότερα κορόιδευαν τον Περικλή [5][6] και συνέδεαν το όνειρο αυτό με το ασυνήθιστο σχήμα του κεφαλιού του, εξαιτίας του οποίου τάχα απεικονιζόταν πάντα στις προτομές φορώντας περικεφαλαία. Εντούτοις, αυτό συνέβαινε απλώς γιατί χαρακτήριζε το αξίωμα του ως Στρατηγού της αθηναϊκής δημοκρατίας.[7]
Ο Περικλής ανήκε στην Ακαμαντίδα φυλή. Χάρη στον πλούτο και την υψηλή κοινωνική θέση της οικογενείας του πέρασε ήρεμα νεανικά χρόνια και είχε την τύχη όχι μόνο να ικανοποιήσει την αγάπη του για τη μελέτη,[8] αλλά και να γνωρίσει και να μαθητεύσει κοντά σε μερικούς από τους πιο ξακουστούς φιλοσόφους της εποχής του, όπως ήταν ο Ζήνων ο Ελεάτης, ιδρυτής της Ελεατικής Φιλοσοφικής Σχολής στην Κάτω Ιταλία, ο φιλόσοφος Πρωταγόρας, καθώς και ο φιλόσοφος, Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος, με τον οποίο τον συνέδεε στενή φιλία [9][10] και από το χαρακτήρα του οποίου πιθανώς πήρε την πραότητα και τον αυτοέλεγχο, κύρια χαρακτηριστικά της μετέπειτα πολιτικής του.[11] Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι διδάχθηκε μουσική από τους κορυφαίους μουσικούς εκείνης της εποχής όπως το Δάμωνα και, πιθανώς, τονΠυθοκλείδη
Πολιτική σταδιοδρομία
tο 472 π.Χ. ο Περικλής, οποίος έπρεπε τότε να βρίσκεται στις αρχές της τρίτης δεκαετίας της ζωής του, παρουσίασε το έργο Πέρσαι του τραγικού ποιητή Αισχύλου στα Διονύσια ως λειτουργός. Αυτό σημαίνει ότι πιθανόν τότε ήταν ένας από τους πιο πλούσιους[13] και γνωστούς ανθρώπους των Αθηνών. Μπορεί να θεωρείται τυχερός, καθώς κέρδισε το έργο που παρουσίαζε, οι Πέρσαι, ένα σπάνιο δείγμα μεγάλης συγγραφικής ικανότητας από τον πρώτο από τους τρεις μεγάλους τραγικούς της αρχαιότητας. Εκείνο τον καιρό, ο Περικλής παντρεύτηκε μία γυναίκα αγνώστου ονόματος, η οποία του χάρισε δύο γιους. Το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι ο γάμος τους δεν ήταν καθόλου επιτυχημένος. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη την εποχή πρέπει να είχε γεννηθεί η μετέπειτα σύντροφός του, Ασπασία. Η πολιτική ενασχόληση του Περικλή, που ακολούθησε τα χνάρια του πατέρα του, πρέπει να άρχισε σχεδόν μία δεκαετία αργότερα και συγκεκριμένα το 463 π.Χ., όταν ήταν μέλος του κατηγορητηρίου εναντίον του Κίμωνα, γιου του στρατηγού Μιλτιάδη και ηγέτη της συντηρητικής παράταξης. Ο Κίμωνας είχε καταφέρει να εξοστρακίσει[14] τον ηγέτη των δημοκρατικών Θεμιστοκλή, ο οποίος αυτοκτόνησε στην Περσία, και να ανελιχθεί στα πολιτικά πράγματα της Αθήνας. Είχε κατηγορηθεί ότι είχε παραδώσει πολλά συμφέροντα των Αθηνών, στο βασίλειο της Μακεδονίας[15], ενώ πιθανώς μεγάλο ρόλο πρέπει να έπαιξε και η παταγώδης αποτυχία που γνώρισε κατά τη διάρκεια του Γ’ Μεσσηνιακού Πολέμου. Τότε, η Σπάρτη είχε ζητήσει τη βοήθεια των Αθηνών για να καταπνίξει την εξέγερση των ειλώτων που εκμεταλλεύτηκαν το μεγάλο σεισμό του 464 π.Χ., επαναστάτησαν και οχυρώθηκαν στο φρούριο της Ιθώμης. Όταν ο Κίμων έφτασε στην Σπάρτη, οι Σπαρτιάτες αρνήθηκαν τη βοήθειά του, λέγοντας πως δεν είναι απαραίτητη. Τελικά, ο Κίμων αθωώθηκε αλλά η πολιτική του θέση κλονίστηκε σοβαρά[16].
Μετά την δικαστική πάλη με τον ηγέτη των συντηρητικών, Κίμωνα, ο Εφιάλτης, που ήταν ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης στην οποία ανήκε ο Περικλής, αποφάσισε γύρω στο 461 π.Χ. να περάσει ένα ψήφισμα στην Εκκλησία του Δήμου, που θα αφαιρούσε πολλά[17] από τα εναπομείναντα προνόμια του Αρείου Πάγου, πού ήταν απομεινάρι του παλαιού αριστοκρατικού πολιτεύματος της Αθήνας. Το ψήφισμα πέρασε με αρκετά μεγάλη πλειοψηφία,[18] και πολλοί ιστορικοί πιστεύουν ότι με αυτό το γεγονός άρχισε η «ριζοσπαστικότερη δημοκρατία» της εποχής του Περικλή. Ο Εφιάλτης δολοφονήθηκε μετά από συνωμοσία ολιγαρχικών εναντίον του, λόγω της ριζικής και τολμηρής μεταρρύθμισης που επέβαλε με την λαϊκή ψήφο την ίδια χρονιά. Και όμως την ίδια χρονιά εξοστρακίστηκε ο προηγουμένως δημοφιλής πολιτικός Κίμωνας λόγω της λακωνόφιλης στάσης του και της ολοένα μεγαλύτερης απόστασης που είχε αρχίσει να χωρίζει το συντηρητικό κόμμα από τις ευρύτερες λαϊκές μάζες της Αθήνας, στην αυγή της Κλασσικής Εποχής. Ένας εξοστρακισμός του Κίμωνα δεν ήταν καθόλου εύκολος επειδή ο Κίμωνας ήταν πλούσιος και γενναιόδωρος,[19] ενώ και οι στρατιωτικές του επιτυχίες δεν ήταν καθόλου μικρές. Αυτό σήμαινε πως ο εξοστρακισμός του Κίμωνα ήταν μία τεράστια πολιτική νίκη του Περικλή
Η Αθηναϊκή δημοκρατία στο απόγειο της
Η πραγματική άνοδος της Αθηναϊκής δημοκρατίας μόλις άρχισε όταν ο Περικλής παραμέρισε δία εξοστρακισμού τον κυριότερο πολιτικό του αντίπαλο, τον συντηρητικό Κίμωνα. Μετά από τον εξοστρακισμό του Κίμωνα, ο Περικλής συνέχισε να προτείνει ολοένα και πιο ριζοσπαστικούς νόμους,[18] που προωθούσαν τον βαθμό της δημοκρατίας σε πραγματικά δυσθεώρητα ύψη. Η πολιτική του Περικλή συνέχισε να είναι υπερβολικά φιλολαϊκή, πράγμα που τον κράτησε στην εξουσία τις επόμενες δύο δεκαετίες και του άνοιξε τον δρόμο, ώστε να κάνει την Αθήνα, την ισχυρότερη πόλη της Μεσογείου και την πιο ξακουστή στον αρχαίο κόσμο. Το 458 π.Χ. μείωσε το μέγεθος της απαιτούμενης περιουσίας πού έπρεπε να έχει κάποιος ώστε να γίνει Επώνυμος Άρχων. Λίγο μετά το 454 π.Χ., αύξησε τον μισθό των δικαστικών της Ηλιαίας.[20] Ο πιο ριζοσπαστικός νόμος πού επέβαλε ήταν αυτός του 451 π.Χ., πού από καθαρή ειρωνεία της τύχης θα έχει μεγάλες συνέπειες στην κατοπινή προσωπική του ζωή. Ο νόμος αυτός, επέτρεπε σε κάποιον να αποκτήσει την αθηναϊκή υπηκοότητα μόνο εφόσον και οι δύο του γονείς ήταν Αθηναίοι, πλήττοντας ιδιαίτερα για άλλη μία φορά την τάξη των αριστοκρατών, επειδή πρακτικά απαγόρευε την απόκτηση αθηναϊκής υπηκοότητας στα παιδιά των αριστοκρατών πού είχαν το ένα γονέα από άλλη πόλη.[21] Πολλοί πιστεύουν ότι το έκανε για να εμποδίσει πιθανές ξένες επιρροές στην Αθήνα. Ακόμη επέτρεψε στις υποδεέστερες τάξεις να κατέχουν υψηλότερα αξιώματα από αυτά πού τους επιτρέπονταν μέχρι την εποχή του, επειδή ο Περικλής ήθελε μία διεύρυνση του Δήμου, του λαού πάνω στην οποία θα μπορούσε να στηρίξει τα μελλοντικά του προγράμματα. Ο Περικλής πίστευε ότι εκτός από τα άλλα, εάν αύξανε την δύναμη του λαού θα μπορούσε να αυξήσει την στρατιωτική και κυρίως ναυτική δύναμη της Αθήνας. Όλα αυτά γινόντουσαν καθώς οι κωπηλάτες των αθηναϊκών πλοίων προέρχονταν από τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα.[22]
Οι ιστορικοί δεν είναι σίγουροι κατά πόσον η συγκεκριμένη στρατηγική του Περικλή ήταν καλή για την Αρχαία Αθήνα, και κατά πόσον ήταν καλή για την δημοκρατία γενικότερα. Ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει ότι ο Περικλής ήθελε να εδραιώσει[23] το δημοκρατικό πολίτευμα στην Αρχαία Αθήνα, προωθώντας μία σειρά φιλολαϊκών μέτρων τα οποία λειτούργησαν πολύ καλά όσο αυτός ήταν στην εξουσία, όμως μετά τον θάνατό του, η Αθήνα παρασύρθηκε σε έναν ωκεανό πολιτικής αβεβαιότητας και αναταραχής, κυβερνώμενη κυρίως από τυχοδιωκτικούς δημαγωγούς, όπως ο ανιψιός του Αλκιβιάδης και ο στρατηγός Κλέων, δικαιώνοντας απόλυτα τον συντηρητικό του αντίπαλο Κίμωνα, που υποστήριζε ότι η δημοκρατία δεν έχει πια περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης και εδραίωσης, και οποιεσδήποτε φιλολαϊκές υποχωρήσεις από αυτό το σημείο και έπειτα θα σήμαναν την βαθιά διάβρωση του πολιτικού και γενικότερα κοινωνικού ιστού της Αθήνας. Όπως λέει ο ιστορικός Τζάστιν Ντάνιελ Κίνγκ, οι μεταρρυθμίσεις του Περικλή βοήθησαν τον λαό αλλά διέβρωσαν το κράτος, και το έκαναν πολύ πιο ευάλωτο. Ο ιστορικός Ντόναλντ Κάγκαν υποστηρίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις του Περικλή, έβαλαν τις βάσεις για την τερατώδη ανάπτυξη πολιτικών δυνάμεων, που θα μπορούσαν μέσω τις φιλολαϊκής δημαγωγίας να καταστρέψουν την Αθήνα. Όταν ο Κίμωνας γύρισε από την δεκάχρονη εξορία το 451 π.Χ., δεν αντιτάχθηκε[24] στις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του Περικλή, και ειδικότερα στην μεταρρύθμιση, όσον αφορά το δικαίωμα στην αθηναϊκή υπηκοότητα.
Μετά το θάνατο του αρχηγού των δημοκρατικών, Εφιάλτη, και τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που αυτός άρχισε και ο Περικλής συνέχισε και διεύρυνε, πρακτικά εξελίχθηκε σε απόλυτο κυρίαρχο της πολιτικής ζωής της Αθήνας, αποτελώντας τον πολιτικό ηγέτη της δημοκρατικής παράταξης και της πόλης του, μέχρι τον θάνατό του, το 429 π.Χ., κατά την τρίτη χρονιά του Πελοποννησιακού Πολέμου
Πρώτος Πελοποννησιακός Πόλεμος
Ο Περικλής οργάνωσε τις πρώτες του πολεμικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του Πρώτου Πελοποννησιακού Πολέμου, μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης και των συμμάχων τους, που περισσότερο έμοιαζε με έναν πόλεμο συμφερόντων μεταξύ των συμμαχικών πόλεων των δύο υπερδυνάμεων της Κλασσικής Αρχαιότητας. Ρόλο έπαιξε επίσης η συμμαχία της Αθήνας με τα Μέγαρα και το Άργος, που ήταν παραδοσιακός εχθρός της Σπάρτης. Το 454 π.Χ., υπό την ηγεσία του Περικλή, η Αθήνα επιτέθηκε[25] στη Σικυώνα και στην Ακαρνανία. Πριν την επιστροφή στην Αθήνα προσπάθησε να καταλάβει την πόλη Οιενιάδα στον Κορινθιακό Κόλπο, χωρίς επιτυχία[26]. Όταν επέστρεψε ο Κίμωνας από την εξορία το 451 π.Χ., ο Περικλής τού εμπιστεύτηκε την αρχηγία του Αθηναϊκού στρατού, και ο ίδιος περιορίστηκε στα καθήκοντά του μέσα στην Αθήνα. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι αυτό έγινε επειδή ο Περικλής δεν είχε αποδείξει ότι ήταν μεγάλος στρατιωτικός ηγέτης, σε αντίθεση με τον Κίμωνα που ήταν γνωστός για τις επιτυχίες του εναντίον των Περσών στην τελευταία φάση των Περσικών Πολέμων. Έτσι, ο Περικλής συγκεντρώθηκε[27] σε αυτό πού ήταν πραγματικά καλός, δηλαδή στην εσωτερική διακυβέρνηση του κράτους, και πολύ ευρύτερα της ηγεμονίας των Αθηνών. Με αυτόν τον τρόπο πέτυχε κάτι το πραγματικά εξαιρετικό, δηλαδή τον πολιτικό γάμο μεταξύ της δημοκρατικής παράταξης της οποίας ηγούνταν και της συντηρητικής παράταξης του Κίμωνα.[24]
Στα μέσα της δεκαετίας του 450 π.Χ., η Αθήνα έκανε μία αποτυχημένη εκστρατεία εναντίον της Περσικής κυριαρχίας στην Αίγυπτο, στην προσπάθειά της να βοηθήσει τους Αιγύπτιους να αποτινάξουν τον περσικό ζυγό. Η εκστρατεία αποδείχθηκε καταστροφική, καθώς η αθηναϊκή στρατιά που πήγε να βοηθήσει τους Αιγύπτιους εναντίον των Περσών γνώρισε πανωλεθρία[28]. Λίγα χρόνια αργότερα και πιο συγκεκριμένα το 451 π.Χ., η Αθήνα απέστειλε στρατεύματα εναντίον των Περσών στην Κύπρο, όπου οι αθηναϊκές δυνάμεις υπό την ηγεσία του συντηρητικού Κίμωνα, σημείωσαν επιτυχίες, νικώντας τους Πέρσες στη μάχη της Σαλαμίνας στην Κύπρο, αλλά υπήρξαν παράλληλα μεγάλες απώλειες, καθώς το 449 π.Χ. πέθανε από ασθένεια ο στρατιωτικός ηγέτης της Αθήνας, Κίμωνας. Δεν είναι καθόλου σίγουρος[29] ο ρόλος του Περικλή σε αυτές τις δύο στρατιωτικές επιχειρήσεις των Αθηνών. Οι απόψεις των ιστορικών διίστανται για τον πραγματικό ρόλο και την επιρροή του Περικλή σε αυτές τις δύο εκστρατείες, και τις αποδίδουν περισσότερο στις στρατιωτικές φιλοδοξίες[30] του Κίμωνα, που ήταν πρακτικά αρχηγός του αθηναϊκού στρατού, και λιγότερο στην πολιτική επιρροή του Περικλή. Οι ιστορικοί διαφωνούν επίσης στο θέμα της Ειρήνης του Καλλία που υπογράφτηκε το 449 π.Χ. και με αυτή τερματίστηκαν οι συγκρούσεις μεταξύ Αθηναίων και Περσών. Ο ιστορικός Ερνστ Μπάντιαν υποστηρίζει ότι η Αθήνα παραβίασε μία προηγούμενη συμφωνία ειρήνης, που είχε υπογραφεί το 463 π.Χ., καθώς οι στρατιωτικές της επιχειρήσεις στην Αίγυπτο και στην Κύπρο συνιστούσαν απευθείας παραβίαση του συγκεκριμένου συμφώνου ειρήνης που αναφέρει ο Μπάντιαν. Η ύπαρξη αυτής της συμφωνίας ειρήνης είναι κάτι το οποίο έχει οδηγήσει σε διαφωνίες μεταξύ των ιστορικών[31]. Ο ιστορικός Τζον Φάιν, αντιθέτως, πιστεύει ότι η Περσία χρησιμοποίησε την ειρήνη του Καλλία, όταν κατάλαβε ότι οι συνεχείς συγκρούσεις των αθηναϊκών συμφερόντων με τα περσικά συμφέροντα αποδυνάμωναν την Αθήνα, και την επιρροή της στο Αιγαίο, γεγονός που μείωνε τη ναυτική της ηγεμονία. Από την άλλη πλευρά, ο Κάγκαν, υποστηρίζει πως ο Καλλίας, ως γαμπρός του Κίμωνα, ήταν ένα σύμβολο ενότητας για τους Πέρσες και επιζητούσαν να ηγείται των διαπραγματεύσεων με την αθηναϊκή πλευρά.
Γνῶτε δὲ ὄνομα μέγιστον αὐτὴν ἔχουσαν ἐν ἅπασιν ἀνθρώποις διὰ τὸ ταῖς ξυμφοραῖς μὴ εἴκειν, πλεῖστα δὲ σώματα καὶ πόνους ἀνηλωκέναι πολέμῳ, καὶ δύναμιν μεγίστην δὴ μέχρι τοῦδε κεκτημένην, ἧς ἐς ἀΐδιον τοῖς ἐπιγιγνομένοις, ἢν καὶ νῦν ὑπενδῶμέν ποτε (πάντα γὰρ πέφυκε καὶ ἐλασσοῦσθαι), μνήμη καταλελείψεται, ῾Ελλήνων τε ὅτι ῞Ελληνες πλείστων δὴ ἤρξαμεν, καὶ πολέμοις μεγίστοις ἀντέσχομεν πρός τε ξύμπαντας καὶ καθ' ἑκάστους, πόλιν τε τοῖς πᾶσιν εὐπορωτάτην καὶ μεγίστην ᾠκήσαμεν. καίτοι ταῦτα ὁ μὲν ἀπράγμων μέμψαιτ' ἄν, ὁ δὲ δρᾶν τι καὶ αὐτὸς βουλόμενος ζηλώσει· εἰ δέ τις μὴ κέκτηται, φθονήσει
|
Απόσπασμα από τον «Επιτάφιο Λόγο» του Περικλή, όπως τον κατέγραψε ο ιστορικόςΘουκυδίδης. |
Το 449 π.Χ., ο Περικλής πρότεινε την ίδρυση μίας συνομοσπονδίας των πόλεων του αρχαιοελληνικού κόσμου, ώστε να επανεξεταστεί το θέμα της επανακατασκευής των μνημείων πού είχαν καταστραφεί κατά την διάρκεια της περσικής εισβολής στην Ελλάδα, το 480 π.Χ.[32]. Η ιδέα του Περικλή απέτυχε λόγω της άκαμπτης στάσης της Σπάρτης, παρόλο που μέχρι σήμερα οι πραγματικοί σκοποί του Περικλή δεν είναι απόλυτα διασαφηνισμένοι. Σύμφωνα με την κρίση των μοντέρνων ιστορικών, ο Περικλής ήθελε να αυξήσει τη δύναμη και την επιρροή της Αθήνας ακόμη περισσότερο[31], να εισπράξει ακόμη περισσότερους φόρους και για αυτόν ακριβώς το λόγο συνάντησε την αντίσταση των Σπαρτιατών, οι οποίοι δεν ήθελαν περαιτέρω επέκταση της αθηναϊκής ηγεμονίας.
Κατά τη διάρκεια του δεύτερου Ιερού Πολέμου, ο Περικλής βοήθησε τη Φωκίδανα ανακαταλάβει τους Δελφούς και να έχει υπό τον έλεγχο της το Μαντείο των Δελφών[33]. Το 447 π.Χ., ο Περικλής έκανε μάλλον την πιο επιτυχημένη στρατιωτική του επιχείρηση, όταν και έδιωξε τους βαρβάρους από τηνχερσόνησο της Καλλίπολης και εγκατέστησε Αθηναίους αποίκους σε αυτή τη στρατηγική θέση[3][34]. Την ίδια χρονιά, οι ολιγαρχικοί της Θήβας συνωμότησαν εναντίον της δημοκρατικής φιλοαθηναϊκής παράταξης της πόλης, και ο Περικλής ζήτησε την παράδοσή τους, ωστόσο μετά τη μάχη στην Κορώνεια, η Αθήνα έπρεπε να δεχτεί την ήττα ώστε να πάρει πίσω τους αιχμαλώτους πολέμου[8]. Έτσι, όλη η Βοιωτία έπεσε σε εχθρικά, για την Αθήνα, χέρια, ενώ στη Φωκίδα και στη Λοκρίδα, εγκαταστάθηκαν εχθρικές, προς την Αθήνα, ολιγαρχικές παρατάξεις. Το 446 π.Χ., όταν τα Μέγαρα και η Εύβοια επαναστάτησαν και ξέφυγαν από τον έλεγχο των Αθηνών, ο Περικλής επιτέθηκε στην Εύβοια, αλλά ο ερχομός των Σπαρτιατών στην Αττική τον υποχρέωσε να ακυρώσει τη στρατιωτική επίθεση και να επιστρέψει στην Αθήνα, όπου με διαπραγματεύσεις και δωροδοκίες έπεισε τους Σπαρτιάτες να γυρίσουν πίσω στη Σπάρτη[35]. Όταν αργότερα έγινε οικονομικός έλεγχος για τη διαχείριση κρατικών χρημάτων, η δαπάνη 10 ταλάντων από το κρατικό ταμείο δεν θα μπορούσε τυπικά να δικαιολογηθεί, επειδή στα επίσημα έγγραφα αναφερόταν ότι τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν για «πολύ σοβαρό σκοπό», δηλαδή για τη δωροδοκία. Ωστόσο, καθώς ο σκοπός αυτός ήταν προφανής για τους ελεγκτές, η δαπάνη τελικά εγκρίθηκε[36]. Μετά την αποχώρηση των Σπαρτιατών, ο Περικλής επιτέθηκε στην Εύβοια και επανεγκατέστησε την τάξη στην περιοχή, τιμωρώντας τους γαιοκτήμονες της Χαλκίδας με αφαίρεση των κτημάτων τους. Στους κατοίκους της Ιστιαίας, που έσφαξαν ένα πλήρωμα μίας αθηναϊκής τριήρεως, επιβλήθηκε η τιμωρία της εκδίωξής τους από την περιοχή, όπου εγκαταστάθηκαν 2.000 Αθηναίοι άποικοι[36]. Η κρίση τελείωσε οριστικά με την Τριακονταετή Ειρήνη, τον χειμώνα του 446/445 π.Χ., με την οποία η Αθήνα διατήρησε τις περισσότερες κτήσεις που είχε από το 460 π.Χ., και συμφώνησε με τη Σπάρτη να μην προσπαθήσει η μία πόλη να κερδίσει συμμάχους, σε βάρος της άλλης.
Επανακατασκευή της Ακρόπολης των Αθηνών
Το 449 π.Χ., ο Περικλής πρότεινε την επανακατασκευή της Ακρόπολης των Αθηνών, που είχε καταστραφεί από την επιδρομή του Ξέρξη στην Αθήνα το 480 π.Χ. Η Αθήνα ήταν το ηγετικό στέλεχος της Δηλιακής Συμμαχίας στα χρόνια πού ακολούθησαν μετά την περσική εισβολή, παίρνοντας το χρίσμα από την Σπάρτη, η οποία παραιτήθηκε για λόγους ευθιξίας από την ηγεσία της πανελλήνιας συμμαχίας, ανοίγοντας τον δρόμο για την εγκαθίδρυση της Αθηναϊκής Ηγεμονίας, πρακτικά μίαςde facto Αθηναϊκής Αυτοκρατορίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 454 π.Χ., οι Αθηναίοι μετέφεραν το ταμείο της συμμαχίας από την Δήλο που ήταν το κέντρο της συμμαχίας, στην Ακρόπολη των Αθηνών, παίρνοντας τα χρήματα της συμμαχίας υπό τον έλεγχο τους. Κάτι τέτοιο επέτρεψε την κατασκευή μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς, όπως ο Παρθενώνας και το Ερεχθείο, αλλά προκάλεσε πολλά μελλοντικά προβλήματα στην Αθήνα, λόγω της ολοένα και περισσότερο αυτοκρατορικής συμπεριφοράς της.
Η ανακατασκευή της ακρόπολης ξεκίνησε το 447 π.Χ., κατόπιν εισήγησης του Περικλή, ο οποίος προσωπικά παρότρυνε τους συμπολίτες του, στο πιο φιλόδοξο οικοδομικό έργο της κλασσικής αρχαιότητας. Για την κατασκευή μόνο του Παρθενώνα, χρειάστηκαν 5.000 τάλαντα τον πρώτο χρόνο κατασκευής του ναού, την κατασκευή του οποίου επέβλεπε ο ίδιος ο Περικλής. Τοπεντελικό μάρμαρο το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του Παρθενώνα, καθώς και γενικότερα της Ακρόπολης των Αθηνών, προκάλεσαν μελλοντικές αντιδράσεις από τις άλλες πόλεις της Δηλιακής Συμμαχίας. Κατά ειρωνικό τρόπο, οι κατασκευές έργων εξαιρετικής καλλιτεχνικής ομορφιάς όπως ο Παρθενώνας και το χρυσελεφάντινο άγαλμα της θεάς Αθηνάς, οδήγησαν στη χαλάρωση της Αθηναϊκής Ηγεμονίας. Ο Παρθενώνας χτίστηκε με 20.000 τόνους Πεντελικού Μαρμάρου και η διάρκεια κατασκευής του κράτησε 15 χρόνια. Κάποια έργα του Περικλή παρέμειναν ανολοκλήρωτα λόγω του Πελοποννησιακού Πολέμου που ξέσπασε στη διάρκεια της κατασκευής τους, και του ανταγωνισμού του Περικλή με τους πολιτικούς του, αντιπάλους
Η οριστική ήττα των Συντηρητικών
Το 444 π.Χ., η δημοκρατική παράταξη του Περικλή και η συντηρητική του πολιτικού Θουκυδίδη βρέθηκαν σε ευθεία αντιπαράθεση για την εξουσία. Ο νέος και φιλόδοξος ηγέτης των συντηρητικών, συγγενής του Κίμωνα, Θουκυδίδης, κατηγόρησε τον Περικλή για κατασπατάληση των χρημάτων της Πολιτείας, για την ανοικοδόμηση των μεγάλων έργων της Αθήνας, που ο ίδιος επέβλεπε. Ο Θουκυδίδης κατάφερε στην αρχή να πάρει με το μέρος του τον λαό, στην Εκκλησία του Δήμου, αλλά αυτή η επιτυχία ήταν μικρή σε χρονική διάρκεια, καθώς ο Περικλής, όταν ανέβηκε στο βήμα, δήλωσε ότι θα αποπληρώσει τα έργα με χρήματα από τη δική του περιουσία, με τον όρο να χαραχθεί το όνομά του επάνω στα έργα[37]. Η δήλωσή του ανταμείφθηκε με χειροκροτήματα από το κοινό της Εκκλησίας του Δήμου. Όπως είπε ο πολιτικός και ολυμπιονίκης παλαιστής Θουκυδίδης αργότερα:
Ακόμη και εάν τον έριχνα κάτω με τις ικανότητες πάλης που έχω, αυτός θα το αρνιόταν και θα το αρνιόταν τόσο υπομονετικά και εμφατικά, έτσι ώστε ακόμη και αυτοί που θα έβλεπαν να τον ρίχνω κάτω, θα είχαν πειστεί ότι ποτέ δεν τον έριξα κάτω
Ο Θουκυδίδης γνώρισε μία μεγάλη και αναπάντεχη ήττα. Το 442 π.Χ., εξοστρακίστηκε για δέκα χρόνια από την Αθήνα, γεγονός που έκανε τον Περικλή, ξανά, απόλυτο ηγέτη της Αθήνας, σχεδόν μέχρι το θάνατό του[37]. Όπως είπε ο ιστορικός και σύγχρονος του Περικλή, Θουκυδίδης:
(Η Αθήνα) ήταν κατ’ όνομα δημοκρατία και στην πραγματικότητα, το πολίτευμα ενός άνδρα
Αθηναϊκή Ηγεμονία
Ο Περικλής ήθελε να επιβάλει και να σταθεροποιήσει την ηγεμονία της Αθήνας, και την ισχυρή επιρροή της στα εσωτερικά πράγματα άλλων πόλεων-κρατών. Η διαδικασία η οποία μετέτρεψε τη Δηλιακή Συμμαχία, μετά την αποχώρηση της Σπάρτης, σε Αθηναϊκή Ηγεμονία, θεωρείται ότι άρχισε ήδη πολύ πιο πριν την ενασχόληση του Περικλή με την πολιτική ζωή στην Αρχαία Αθήνα[38]. Διάφορες πόλεις-κράτη της Δηλιακής Συμμαχίας, προτιμούσαν να πληρώνουν ετήσιο φόρο στη συμμαχία, πρακτικά στην Αθήνα, παρά να εφοδιάζουν τη συμμαχία με πολεμικά πλοία, κάτι πού ήταν σαφώς πιο δύσκολο. Η μετατροπή της Δηλιακής Συμμαχίας σε Αθηναϊκή Ηγεμονία έγινε σαφώς πιο εμφανής στα χρόνια του Περικλή, λόγω της στρατηγικής και των μέτρων που πήρε ο Περικλής, για να ενδυναμώσει την θέση των Αθηνών. Το τελικό βήμα της επιβολής της Αθηναϊκής Ηγεμονίας, πιθανώς ήρθε μετά την παταγώδη αποτυχία της εκστρατείας στην Αίγυπτο, που οδήγησε πόλεις της συμμαχίας όπως η Μίλητος και η Ερυθραία να επαναστατήσουν εναντίον της αθηναϊκής κυριαρχίας. Πιθανό είναι οι πόλεις της Δηλιακής Συμμαχίας να επαναστάτησαν λόγω της θέλησης να λάβουν μεγαλύτερο μερίδιο από το συμμαχικό ταμείο. Μετά τη μεταφορά του συμμαχικού ταμείου από τη Δήλο, το454/453 π.Χ.[39], η Αθήνα είχε καταφέρει να επανακτήσει τον έλεγχο στους συμμάχους της, στη Μίλητο και στην Ερυθραία μέχρι το 449 π.Χ., το αργότερο. Το 447 π.Χ., ο Κλέαρχος πρότεινε την εφαρμογή του ασημένιου νομίσματος, με μέτρα και σταθμά για όλους τους συμμάχους των Αθηνών. Σύμφωνα με τη συμφωνία, το πλεόνασμα από την κατασκευή των νομισμάτων θα διοχετευόταν σε «ειδικά έργα», και οποιοσδήποτε πρότεινε τη χρήση των χρημάτων για άλλους σκοπούς θα τιμωρούνταν με την ποινή του θανάτου[40]. Το 449 π.Χ., ο Περικλής ζήτησε να επιτραπεί η χρήση 9.000 ταλάντων, ποσό πολύ μεγάλο για την εποχή εκείνη, για την ανακατασκευή της Ακρόπολης των Αθηνών, συμπεριλαμβανομένου των Προπυλαίων, του Παρθενώνα και του χρυσελεφάντινου αγάλματος της Αθηνάς από τον γλύπτη και φίλο του Φειδία. Ο ακαδημαϊκός Άγγελος Βλάχος υποστηρίζει ότι χρήση των χρημάτων του ταμείου της συμμαχίας συνιστά μία από τις μεγαλύτερες καταχρήσεις της ιστορίας, αποτέλεσμα της οποίας ήταν ωστόσο μερικά από τα ωραιότερα μνημεία του αρχαίου κόσμου