Όπως λέγει ο Πρόκλος, στο «Περί της κατά Πλάτωνα
Θεολογίας, βιβλίο Ε’, 91.20 – 96.19», ο Πλάτων δίνει διττές τις «ἀνακυκλήσεις» σε ολόκληρο τον
Κόσμο, όπως και προηγουμένως λέγαμε, την μια δηλαδή «νοερὰν καὶ τῶν ψυχῶν ἀναγωγόν», και την άλλη
οδηγούμενη προς την Φύση και αποδίδοντας τα αντίθετα με τη προηγούμενη, και τη
μία «ἀφανῆ καὶ προνοίᾳ θείᾳ κυβερνωμένην, τὴν δὲ ἐμφανῆ καὶ κατὰ τὴν τῆς εἱμαρμένης τάξιν ἀνελισσομένην» [την μία αόρατη και κατευθυνόμενη από την θεία πρόνοια,
και την άλλη ορατή και ανακυκλούμενη με βάση την τάξη της Ειμαρμένης], θέτει
επικεφαλής σε αυτές τις «ἀνακυκλήσεις» τις αιτίες ως δύο ειδών. Γιατί κάθε μεταβολή και
περίοδος χρειάζεται κάποια αιτία που να την κινεί. Και πριν από τις αιτίες που
τις κινούν θωρεί ότι είναι δυο ειδών και οι σκοποί, των περιόδων, και αποδίδει
τα πρωταρχικά αίτια των κινήσεων ως αντίστοιχα ως τα αίτια που κινούν και με
τις ίδια τις «ἀνακυκλήσεις» που παραλλάσουν μεταξύ τους.
Την μια λοιπόν από τις περιόδους, είτε θέλεις να
την ονομάσεις «νοερὰν αὐτὴν εἴτε προνοητικὴν» είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, την
κινεί ο Ζευς και την «περιάγει»
[περιφέρει] χορηγώντας στον Κόσμο «τὸ ζῆν»
και δωρίζοντας «ἀθανασίαν ἐπισκευαστήν»,
όπως λέγει ο Πλάτων στον «Πολιτικό, 270.a», και έθεσε ως «ἐφετὸν» [ποθούμενο] και ως σκοπό όλης αυτής της
«ἀνακυκλήσεως» τον δικό του πατέρα,
τον Κρόνο. Γιατί «ανάγει τὰ ὅλα» [καθολικά] και τα
επιστρέφει προς εκείνον, και έτσι και τις ευδαίμονες ψυχές τις ανεβάζει «εἰς τὴν τοῦ πατρὸς <περιωπὴν>», σε όσες αφανίζεται το
σωματικό μέρος και η «περιαγωγη» [περιστροφή] γίνεται προς το ασώματο και το
αδιαίρετο, και σε όσες χάνονται όλα τα «γενεσιουργὰ σύμβολα» [τα σύμβολα του
γίγνεσθαι] και «πρὸς τὴν νοερὰν ἀκρότητα μεθίσταται
τὸ τῆς ζωῆς εἶδος» [το είδος της ζωής
τους μεταβαίνει στην νοητική κορυφή]. Αυτές λοιπόν, όπως λέγει ο Πλάτων στον
«Πολιτικό, 272.a», «τοῦ Κρόνου λέγονται <τρόφιμοι>»
οι οποίες παραδίδουν την διακυβέρνησή τους στον Δία «καὶ δι᾽ ἐκείνου πρὸς τὸ νοητὸν»
ανάγονται και στην αρχή του Κρόνου. Γιατί «το νοητό είναι τροφή – τροφὴ τὸ νοητόν».
Και όπως ακριβώς ο Σωκράτης στον «Φαίδρο» «διὰ τῆς τοῦ οὐρανοῦ <περιφορᾶς> ἀνάγει τὰς ψυχὰς εἰς <τὸν ὑπερουράνιον τόπον>», όπου τρέφονται οι
ψυχές και με τις κορυφαίες τους δυνάμεις «θεῶνται τὰ ὄντως ὄντα καὶ τὴν ἄγνωστον τῶν θεῶν τάξιν»,
και όπως λέει ο Πλάτων στον «Φαίδρο, 248.a», εκεί με «ταῖς τῶν ἡνιόχων κεφαλαῖσ», νοούν, έτσι και ο Πλάτων με την
καθοδήγηση του Διός «περιάγει»
[ανεβάζει] «τὰς ψυχὰς ἐπὶ τὴν Κρονίαν <περιωπὴν>» και θεωρεί ότι
τρέφονται από τον Κρόνο αυτές που ανέβηκαν και τις αποκαλεί «τροφίμους» του θεού. Γιατί παντού
η τελεσιουργός [τελειοποιητική] ιδιότητα είναι χαρακτηριστικό της νοητικής ζωής
και αυτό που (συμ)πληρώνει είναι το νοητό ενώ η κορυφή των νοητικών «ἐπορέγει τὸ τέλειον» [προσφέρει την
τελειότητα]. Και άλλες ψυχές μετέχουν και στα επέκεινα και «ἐνιδρύουσιν ἑαυτὰς» [εγκαθιστούν τους εαυτούς τους] στα
υψηλότερα από τα νοητικά και ανεβαίνουν μέχρι «καὶ τῆς ἀγνώστου τάξεως»
[ασύλληπτη βαθμίδα], ως εκεί «πόρρω [μακριά] τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τῆς μιᾶς ἀρχῆς τῶν πάντων». Και άλλες προς τον
ίδιο τον «πρώτιστον νοῦν»,
που είναι αμέθεκτος και αυτονόητος [νοείται από τον εαυτό του], «ἀνατείνονται» [ανεβαίνουν], και εκεί
αφού βρεθούν και αποθέσουν με ασφάλεια τη ζωής τους «ἐν τῷ κρυφίῳ διακόσμῳ» [μέσα στον απόκρυφο Κόσμο], «μετέχουσιν ἀρρήτως τῆς ἐκ τἀγαθοῦ» προερχόμενης «ἑνώσεως καὶ τοῦ τῆς <ἀληθείας φωτός>».
Κατά την άλλη «τῶν διττῶν»
όπως είπαμε «περιόδων»,
κινεί ο ίδιος ο Κόσμος τον εαυτό του, κινούμενος σύμφωνα με την φύση του και «τὴν εἱμαρμένην τάξιν ἀποπληρῶν» [συμπληρώνοντας]. Και αυτός που δίνει
σε αυτόν το πρωταρχικό αίτιο αυτής της κίνησης και της ζωής είναι ο θεός ο
οποίος εκπέμπει σε αυτόν την δύναμη της κίνησης και της ζωής, ο μέγιστος δηλαδή
Ζεύς. Για αυτό βέβαια αυτή λέγεται ότι είναι η περίοδος του Διός, στον βαθμό
που ο Ζευς είναι αίτιος της «ἐμφανοῦς ταύτης διακοσμήσεως»,
όπως ακριβώς ο Κρόνος είναι της «νοερᾶς καὶ ἀφανοῦς».
Είναι όμως καλύτερο να ακούσουμε τον ίδιο τον
Πλάτωνα ο οποίος προσδιορίζει αυτά. Ότι λοιπόν είναι «διτταὶ» οι «τοῦ παντός ἀνακυκλήσεις»
και στην μία ηγείται ο θεός που κινεί και στην άλλη «αὐτὸς ὁ κόσμος ἑαυτὸν περιάγων»,
το υποδεικνύει ο ίδιος ο Πλάτων στον «Πολιτικό. 270.α» όταν λέγει το εξής :
«Αλλά, όπως έλεγα πριν λίγο, το μόνο που απομένει είναι ότι άλλοτε οδηγείται
από κάποια θεία παρέμβαση και παίρνοντας πάλι ζωή δέχεται από τον δημιουργό του
αθανασία επίπλαστη, και άλλοτε, όταν αφεθεί μόνος του, κινείται από τον ίδιο
τον εαυτό του, εγκαταλελειμμένος την κατάλληλη στιγμή, ώστε πορεύεται
παλινδρομικά με πολλές περιστροφές – Αλλ᾽ ὅπερ ἄρτι τε ἐρρέθη καὶ μόνον λοιπόν, τοτὲ μὲν ὑπ᾽ ἄλλης συμποδηγεῖσθαι θείας αἰτίας, τὸ ζῆν πάλιν ἐπικτώμενον καὶ λαμβάνοντα ἀθανασίαν ἐπισκευαστὴν παρὰ τοῦ δημιουργοῦ, τοτὲ δέ, ὅταν ἀνεθῇ, δι᾽ ἑαυτὸν αὐτὸν ἰέναι κατὰ καιρὸν ἀφεθέντα τοιοῦτον ὥστε ἀνάπαλιν πορεύεσθαι πολλάς».
Αλλά και προσδιορίζει ο ίδιος ο Πλάτων ότι από τις περιόδους η μία είναι του
Δία, η εμφανής, και η άλλη «εἰς τὴν Κρόνου τελεῖ [βρίσκεται] βασιλείαν» και προσθέτει τα εξής μετά από την εξύμνηση
εκείνης της ζωής και «τῆς πολιτείας τῆς ἐκεῖ τῶν ψυχῶν τῆς ἀχράντου»
και απαλλαγμένης «ἀπὸ πάντων τῶν σωματικῶν πόνων καὶ τῆς περὶ τὴν ὕλην θητείας» λέει στον «Πολιτικό,
272.b» : «Άκουσες λοιπόν, Σωκράτη, πως ήταν η ζωή την εποχή της βασιλείας του
Κρόνου. Όσο για την ζωή την τωρινή εποχή της βασιλείας του Διός, είσαι ο ίδιος
εδώ και την ξέρεις – Τὸν δὴ βίον, ὦ Σώκρατες, ἀκούεις τὸν τῶν ἐπὶ Κρόνου, τὸν δέ, ὡς ὁ λόγος, ἐπὶ Διὸς εἶναι τὸν νῦν παρὼν αὐτὸς ᾔσθησαι».
Αλλά είναι φανερό ότι από αυτές τις δυο
περιφορές, αν η εμφανής εξαρτάται από τον Δία [ἐστιν ἐπὶ Διός], είναι αίτιος και δημιουργός της ο
Δίας, και θα μπορούσε κανείς να αποδείξει από όσα είναι γραμμένα ότι αυτό που
κινεί την αφανή περιφορά, η οποία είναι του Κρόνου, είναι πάλι ο Ζευς. Γιατί
είναι ανάγκη οι δύο τούτοι θεοί ή να κυριαρχούν στη μια από τις δύο
περιστροφές, ή ο ένας να είναι επικεφαλής της μιας και ο άλλος της παρούσης.
Αλλά αν ο Ζευς κινεί το σύμπαν σε αυτήν την περίοδο, δεν είναι πλέον δυνατόν να
ειπωθεί ότι ο Κόσμος περιστρέφεται μέσα στον εαυτό του, ούτε μπορεί να αληθεύει
το «μήτε πάλι ότι ολόκληρος στρέφεται από κάποιον θεό σε διττές και αντίθετες
περιστροφές, ούτε πάλι ότι κάποιοι δυο θεοί που έχουν αντίθετα φρονήματα τον
περιστρέφουν – μήτε ὅλον ὑπὸ θεοῦ στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας περιαγωγὰς μήτ᾽ αὖ τινε δύο θεὼ φρονοῦντε ἑαυτοῖς ἐναντία στρέφειν αὐτόν» που λέγεται στον
«Πολιτικό, 269.e – 270.a». Γιατί αν το κινεί ο Κρόνος κατά τη δεύτερη «ἀνακύκλησιν», και ο Ζευς τον κινεί
κατά την αντίθετη με εκείνη «περίοδον», τότε οι δυο θεοί θα τον κινούν σε αντίθετες περιστροφές [στροφάς]. Αν λοιπόν αυτά είναι αδύνατα, είναι
φανερό στον καθένα φανερό ότι κατά την «Κρονίαν περιφορὰν»
και τα δύο τα θεία αίτια «προΐσταται
τῆς ἀνακυκλήσεως» [είναι επικεφαλής της
περιστροφής], «ὁ μὲν Κρόνος ὡς τῆς νοερᾶς ζωῆς χορηγός, ὁ δὲ Ζεὺς ὡς ἀνάγων ἐπὶ τὴν Κρονίαν ἀρχὴν τὰ πάντα»
και εγκαθιστώντας τα [ἐνιδρύων] μέσα στο δικού του νοητό. Και έτσι εκείνη η «περίοδος» είναι δυνατόν να
αποκαλείται Κρόνια, καθώς ο Κρόνος παρέχει την πρωταρχική αιτία της καθολικής
ζωής. Και σε αυτήν εδώ την πιο φυσική και γνωστή σε όλους «ἀνακύκλησιν» κινεί το σύμπαν η «εἱμαρμένη καὶ σύμφυτος ἐπιθυμία», ενώ κατά εξηρημένο [υπερβατικό] τρόπο
αίτιος αυτής της κίνησης είναι ο Ζευς, ο οποίος έδωσε στον Κόσμο «τὴν εἱμαρμένην καὶ τὴν ἐπίκτητον ζωήν».
Ενώ σχετικά με τον θεό που κινεί τον Κόσμο κατά
την δεύτερη περίοδο υποστηρίζει ότι : «Άλλοτε οδηγείται από κάποια θεία αιτία
και παίρνοντας πάλι ζωή, δέχεται από τον δημιουργό του επίπλαστη αθανασία – Τοτὲ μὲν ὑπ᾽ ἄλλης συμποδηγεῖσθαι θείας αἰτίας, τὸ ζῆν πάλιν ἐπικτώμενον καὶ λαμβάνοντα ἀθανασίαν ἐπισκευαστὴν παρὰ τοῦ δημιουργοῦ». Είναι λοιπόν φανερό
στον καθένα ότι ο Πλάτων υποστηρίζει ότι ο θεός που κινεί το σύμπαν κατά την
περίοδο του Κρόνου, χορηγεί σε αυτό τη ζωή και του δίνει «ἀθανασίαν ἐπισκευαστὴν», και τον αποκαλεί ρητά «δημιουργὸν». Αν λοιπόν ο Δίας είναι αυτός που
οδηγεί εκείνη την περίοδο, όπως έχει αποδειχτεί παραπάνω, ο ίδιος θα είναι και
δημιουργός του Κόσμου και χορηγός της αθανασίας. Γιατί, αν ο ίδιος θεός είναι
αίτιος της ζωής και ονομάζεται και δημιουργός, ο νους μας δεν θα πάει πουθενά
αλλού παρά μόνο στον «Κρατύλο,396.a – b» και ο δημιουργός ταυτίζεται και σε
αυτούς τους συλλογισμούς. Γιατί στα πάντα η ζωή εκ του Διός έρχεται.
Αλλά όμως και λίγο παρακάτω, όπως και στον
«Τίμαιο», αποκαλεί «δημιουργὸν καὶ πατέρα»
τον αίτιο και δημιουργό [ποιητή] «τῆς εἱμαρμένης ἀνακυκλήσεως».
Γιατί ο Κόσμος «στρέφεται»
[περιστρέφεται], λέει στον «Πολιτικό, 273.b και Τίμαιο, 41.a»,
«απομνημονεύοντας τις οδηγίες του δημιουργού και πατέρα του – τὴν τοῦ δημιουργοῦ καὶ πατρὸς ἀπομνημονεύων διδαχήν».
Δικαιολογημένα όλη αυτή την περίοδο την ονομάζουμε «του Διός», καθώς με βάση
τις διδαχές εκείνου και την τάξη που από εκείνον δίνεται, ο Κόσμος κινεί και
επιστρέφει τον εαυτό του.
Δηλαδή, λέγει ο Πρόκλος, στο «Περί της κατά
Πλάτωνα Θεολογίας, βιβλίο Ε’, 24.23 – 35.21», αυτό εδώ το σύμπαν «διττὰς ἔχει ζωὰς καὶ περιόδους καὶ συγκυκλήσεις [ανακυκλώσεις]», αυτή
του Κρόνο και αυτή του Δία, όπως λέγει ο Πλάτων στον «Πολιτικό, 269.e – 270.a».
Και με βάση την μια περίοδο «αὐτόματα πάντα φύει τὰ ἀγαθὰ» και έχει ζωή αβλαβή
και άφθαρτη. Και με βάση την άλλη «μετέχει καὶ τῆς ὑλικῆς πλημμελείας καὶ τῆς πολυμεταβόλου φύσεως».
Γιατί καθώς είναι διπλή στον Κόσμο η ζωή, και η μία είναι αφανή και πιο
νοητική, και η άλλη πιο φυσική και ορατή, και η μια προσδιορίζεται με βάση την
πρόνοια και η άλλη με βάση την ειμαρμένη που προχωρά ακανόνιστα, η κατώτερη και
πολύμορφη, η οποία εκτελείται από την Φύση, είναι εξαρτημένη από τον βαθμίδα το
Διός, ενώ η πιο απλή και νοητική και αόρατη είναι εξαρτημένη από την βαθμίδα
του Κρόνου. Και αυτά είναι βέβαια ένα ξεκάθαρο θέμα που υποδεικνύεται στον
«Πολιτικό, 272.a » από τον Πλάτωνα όταν αποκαλώντας τη μια από τις ανακυκλώσεις
ως ανήκουσα στον Δία και την άλλη ως ανήκουσα στον Κρόνο. Όμως και ο Ζευς είναι
αίτιος της αφανούς ζωής του σύμπαντος και χορηγός του νοός και ηγέτης της
νοητικής τελειότητας , αλλά ανάγει τα πάντα στη βασιλεία του Κρόνου και
όντας ηγέτης μαζί με τον πατέρα του υποστασιοποιεί «τὸν ὅλον περικόσμιον νοῦν». Και αν πρέπει να πούμε ξεκάθαρα την
αλήθεια, καθεμία από τις περιόδους, εννοούμε και η εμφανής και η αφανής,
μετέχει και στους δύο θεούς, αλλά η μια βρίσκεται περισσότερο υπό την κυριαρχία
του Κρόνου, ενώ η άλλη υπό την κυριαρχία του βασιλιά Δία.
Ότι, λοιπόν, και ο μέγιστος Κρόνος έλαβε μια
βασιλεία διαφορετική από τους ανώτερούς του θεούς, το έχει δηλώσει σε σαφήνεια
ο Πλάτων στον «Πολιτικό, 269.a», όταν είπε στους συλλογισμούς του πριν από τον
μύθο : «Αλλά και τον μύθο για την βασιλεία του Κρόνου τον έχουμε ακούσει από
πολλούς». Σύμφωνα λοιπόν και με αυτόν τον σοφό είναι ένας από τους βασιλικούς
θεούς. για αυτό λοιπόν και θέσπισε μια διαφορετική εξουσία από τον πατέρα του,
και, ενώ εκείνος συνέδεε τα ενδιάμεσα κέντρα των νοητών-νοητικών θεών, αυτός
είναι επικεφαλής των νοητικών Κόσμων και χορηγεί στα πάντα τη νοητική
τελειότητα, πρώτα στους θεούς, έπειτα στα ανώτερα γένη και τέλος στις επιμέρους
ψυχές, όταν δύνανται να ανέλθουν «εἰς τὴν Κρονίαν περιωπὴν».
Αυτό λοιπόν το σύμπαν και όλοι οι εγκόσμιοι θεοί πάντοτε έχουν την διττή ζωή.
Και μιμούνται τη νόηση του Κρόνου μέσω της αφανούς και της νοητικής ενέργειας,
και τον δημιουργό νου του Διός μέσω της πρόνοιας προς τα κατώτερα και γενικά
μέσω της εμφανούς δημιουργίας. Και οι επιμέρους ψυχές άλλοτε ενεργούν νοητικά
και αφιερώνουν τον εαυτό τους στον Κρόνο, και άλλοτε με τον τρόπο του Διός
πραγματοποιούν και την ακλόνητη πρόνοια των κατώτερων. Και όταν περιπολούν με
ανάλογο με εκείνον τρόπο, «τά τε νοητὰ νοοῦσι καὶ τὰ αἰσθητὰ διακοσμοῦσι»
και ζούνε και τις δύο ζωές, όπως ακριβώς οι θεοί και τα ανώτερα γένη. Γιατί
είναι διττές οι περίοδοί τους, άλλη η νοητική και άλλη προνοητική και τα
παραδείγματα [υποδείγματα] είναι δύο, της μίας δηλαδή ο νους του Κρόνου και της
άλλης ο νους της Διός. Γιατί και ο ίδιος ο μέγιστος Ζευς έχει διττή την
ενέργεια, κατέχοντας με τον νου τα νοητά [νῷ μὲν τὰ νοητὰ κατέχων]
και διακοσμώντας τα αισθητά με τη δημιουργική του ποίηση.
Καθώς λοιπόν οι ανακύκλησης είναι δύο, «οὐ μόνον ἐν τοῖς ὅλοις [καθολικές], ἀλλὰ κἀν ταῖς μερικαῖς ψυχαῖς», ο Πλάτων υποστηρίζει ότι στην Κρόνια
περίοδο η γένεσις της καθεμίας από αυτές δεν προέρχεται από την άλλη [οὐκ ἐξ ἀλλήλων], όπως ακριβώς συμβαίνει
με «φαινομένοις ἀνθρώποις», ούτε «καθὼς ὁ παρ᾽ ἡμῖν πρῶτος ἄνθρωπος μόνον γηγενής ἐστιν»
[ούτε όπως μόνο ο πρώτος άνθρωπος ανάμεσά μας υπήρξε «γηγενής»], έτσι και στην περίπτωση των μερικών
ψυχών δεν είναι μία η πρώτη, αλλά λέει ότι είναι όλες «γηγενεῖς» [οὕτως καὶ ἐπὶ τῶν μερικῶν ψυχῶν μίαν τὴν πρώτην, ἀλλ᾽ εἶναι πάσας γηγενεῖς]. Γιατί «ἐκ τῶν ἐσχάτων καὶ γηΐνων σωμάτων ἀνάγονται καὶ τῆς ἀφανοῦς ἀντιλαμβάνονται ζωῆς, ἀπολείπουσαι [εγκαταλείποντας] τὴν αἰσθητήν».
Αλλά λέει και ότι δεν ρέπουν αυτές προς τα γηρατειά και δεν μεταβάλλονται από
την νεανικότητα στην γήρανση, αλλά αντιθέτως είναι πιο ακμαίες και νοητικές,
ακολουθώντας τον αντίθετο από την γέννηση δρόμο και διαλύοντας, θα λέγαμε, την
ποικιλομορφία της ζωής την οποία κατεβαίνοντας συγκρότησαν. Για αυτό και όλα τα
σύμβολα τα οποία ταιριάζουν στην νεότητα υπάρχουν και σε εκείνες τις ψυχές,
δηλαδή «τὸ ἄτριχον καὶ τὸ λεῖον», καθώς λοιπόν έγιναν
τέτοιες από ασπρομάλλες και με γένια που ήταν. Γιατί απαλλάσσονται από καθετί
που με τη γέννηση προσκολλάται σε αυτές. Και, όπως λέει ο Πλάτων στον
«Πολιτικό, 272.a-b», αφού βρεθούν «εκεί δίπλα στον Κρόνο και ζήσουν την εκεί
ζωή, υπάρχουν σε αυτές, λέει καρποί άφθονοι από τα δέντρα και από πολλή άλλη
βλάστηση, που τους παρέχει η ίδια η γη από μόνη της, και ζουν συνήθως γυμνές
και χωρίς στρώμα, στην ύπαιθρο, γιατί τις εποχές του έτους μετριασμένες τις
έχουν. Χρησιμοποιούν για μαλακό στρώμα τη χλόη που φυτρώνει άφθονη στην γη - παρὰ τῷ Κρόνῳ καὶ τὸν ἐκεῖ διαζώσαις βίον καρποὶ μὲν ἄφθονοι, φησίν, ὑπάρχουσιν ἀπὸ δένδρων καὶ πολλῆς ἄλλης ὕλης αὐτομάτως ἀναδιδούσης τῆς γῆς, γυμνοὶ δὲ καὶ ἄστρωτοι
θυραυλοῦντες τὰ πολλὰ νέμονται, τὴν γὰρ τῶν ὡρῶν κρᾶσιν ἄλυπον ἔχουσιν· μαλακαῖς δὲ εὐναῖς χρῶνται, φυομένης αὐτοῖς ἐκ γῆς πόας ἀφθόνου».
Τέτοια δηλαδή αγαθά απολαμβάνουν παρά του μεγίστου τούτου θεού κατά την Κρόνια
περίοδο οι ψυχές. Γιατί από εκεί πληρούνται των ζωογονικών αγαθών και τους «νοεροὺς δρέπονται καρπούς», «πορίζουσαι» [εξασφαλίζοντας] την τελειότητα και την
μακαριότητα για τον εαυτό τους από τις καθολικές και όχι από τις επιμέρους
ενέργειες. Γιατί η «δοξαστὴ τροφὴ μεριστὰς ἔχει καὶ ἐνύλους τὰς ἀντιλήψεις, ἡ δὲ νοερὰ καθαρὰς καὶ ἀμερίστους καὶ αὐτοφυεῖς»,
πράγμα το οποίο και «τὸ αὐτόματον» υπαινίσσεται «καὶ ἡ ἐκ τῆς γῆς ἀνάδοσις» [ανάπτυξη], καθώς η
ίδια η γονιμότητα των θεών ακτινοβολεί στις ψυχές την τελειότητα και την
αυτάρκεια. Γιατί λόγω της γενναιόδωρης αφθονίας των αγαθών, μπορούν να
διοχετεύσουν και στα κατώτερα «τὸ προσῆκον αὐτοῖς τῆς εὐδαιμονίας μέτρον»
[την ποσότητα της ευδαιμονίας που τους αναλογεί]. Δεν καλύπτονται λοιπόν από
χιτώνες, όπως όταν προχωρούν σε γέννηση, ούτε λαμβάνουν περισσότερες προσθήκες
στη ζωή, αλλά οι ίδιες όντας «αὐταὶ καθ᾽ ἑαυτὰς» [αυτούσιες] και καθαρές από κάθε
σύνθεση και ποικιλομορφία και ανεβάζοντας τον εαυτό τους προς τον νου, εκτός
από αυτά ανελκύονται και από τον νοητικό πατέρα και μετέχουν στα καθολικά
αγαθά, φρουρούμενες από τις Ώρες και παίρνοντας από αυτές τους κανόνες της
ευδαίμονος ζωής. Και καθώς περνούν όλη τους την ζωή με ξεκούραση και
εγκαθιστούν την «ἄϋπνον ζωὴν»
μέσα στις γεννητικές δυνάμεις των νοητών και πληρούνται από τους νοητικούς
καρπούς και τρέφονται με τα αύλα και θεϊκά είδη, λέγεται ότι ζούνε «τὸν ἐπὶ Κρόνου βίον».
Επειδή λοιπόν αυτός ο θεός είναι ο ηγέτης
ολόκληρης της νοητικής ζωής και επειδή κάθε νους, και ο «ἀμέθεκτος καὶ ὁ μεθεκτὸς», [οι μυθολογικοί Ζευς και Διόνυσος]
προέρχεται από αυτόν τον θεό ως αιτία, στον μέγιστο αυτόν θεό ταιριάζει να
ποιμαίνει και να τρέφει τις ψυχές. Γιατί καθώς είναι «νοητός ἐν τοῖς νοεροῖς», τρέφει αυτός τις ψυχές και «αἱ ψυχαὶ καλοῦνται τοῦ Κρόνου» όπως λέγει ο Πλάτων
στον «Πολιτικό, 272.b». Και επειδή τις πληροί λόγω της διάκρισης ως αιτία, τις
«νέμειν» [ποιμαίνει], όπως
λέγει ο Πλάτων στον «Πολιτικό, 272.c», και λέγεται ότι περίπου διαιρεμένα τις
συμπληρώνει. Και με αυτά αυτός ο θεός εμφανίζεται να είναι αντίστοιχος με την
πρώτη τριάδα των νοητών – νοητικών θεών. Γιατί όπως ο Σωκράτης στον «Φαίδρο,
247.d – 248.e» λέει ότι τρέφονται οι ψυχές «ἐν τῷ ὑπερουρανίῳ τόπῳ καὶ τῷ λειμῶνι τῷ νοητῷ», έτσι και στον
«Πολιτικό» λέγεται ότι «ὑπὸ τῷ Κρόνῳ νεμομένας αὐτὰς πληροῦσθαι τῶν νοερῶν ἀγαθῶν».
Και δεν είναι καθόλου περίεργο αν και στις δύο
περιπτώσεις «αἱ ψυχαὶ τελειοῦνται, νοερῶς μὲν ὑπὸ τῇ βασιλείᾳ τοῦ Κρόνου, νοητῶς δὲ ὑπὸ τῇ νοητῇ τάξει τῶν πρώτων νοερῶν θεῶν».
Γιατί και ο ίδιος αυτός ο θεός τρέφεται από εκείνη τη βαθμίδα. Και για αυτό
έλαβε την ηγετική και πρωταίτια υπεροχή ανάμεσα στα νοητικά, επειδή δηλαδή από
εκείνη την ίδια πληρούται με τις απόκρυφες και αόρατες δυνάμεις και είναι
ανάμεσα στους νοητικούς πατέρες αυτός ακριβώς που είναι εκείνη για τους νοητούς
και ταυτόχρονα νοητικούς Κόσμους. Παντού λοιπόν για τις ψυχές που ανυψώνονται
τροφή γίνεται το νητό, ενώ η σύνδεση με αυτό υπάρχει από τους δεύτερους και
τους τρίτους θεούς. Όπως ακριβώς λοιπόν τις ψυχές η δημιουργική βαθμίδα «ἐπὶ τὴν Κρονίαν αὐτὰς ἀνάγει περιωπήν«,
έτσι και «ἡ Κρονία τάξις ἐπὶ τὴν ὑπουρανίαν ἁψῖδα». Γιατί «τὰς πολλάς τε καὶ μακαρίας διεξόδους [κύκλους]» αφού
πραγματοποίησαν στη βασιλεία του Κρόνου, από εκεί ανεβαίνουν στην
τελειοποιητική τριάδα, και από εκεί προς τη βασιλεία του Ουρανού, από την οποία
ορούν «τὸν ὑπερουράνιον τόπον» και συνδέονται πλέον
με άρρητο τρόπο με τα πιο κορυφαία αγαθά των νοητών. Κατά αυτόν δηλαδή τον
τρόπο οι κατώτεροι Κόσμοι συνδέουν διαρκώς τις ψυχές με τους ανώτερούς του
Κόσμους. Για αυτό λοιπόν μιμούμενη και η Θεουργία τις αφανείς περιόδους των
ψυχών, βάζει ως βάση πριν από τις υψηλότερες τελετές αυτές προς τους κατώτερους
θεούς και μέσω αυτών μας κάνει να φτάσουμε έως την ίδια τη νοητή «περιωπήν».
Αυτά λοιπόν «περὶ τῆς Κρονίας ζωῆς καὶ τῆς ὑπὸ τῷ Κρόνῳ τῶν ψυχῶν πολιτείας»
ο Πλάτων μας τας υποδεικνύει όχι μόνο με αυτά τα χωρία, αλλά και με τα λόγια
του Αθηναίου ξένου. Γιατί και στο τέταρτο βιβλίο των «Νόμων» «τὸν ἐπὶ τοῦ Κρόνου βίον ἀνυμνεῖ», υπαινισσόμενος «τό τε ἄχραντον τῆς ἐνεργείας ἐκείνης καὶ τὸ ῥᾷστον καὶ τὸ πλῆρες καὶ τὸ αὔταρκες διὰ τῶν μυθικῶν πλασμάτων».
Αν όμως πρέπει και από αυτά και «ἐκ πάσης αὐτοῦ τῆς περὶ τοῦ θεοῦ τούτου μυσταγωγίας»
να υπολογίσουμε και να περιγράψουμε τις βαθμίδες τις οποίες αυτός τοποθετεί
στην κορυφή των πάντων, πρώτα ας σκεφτούμε τους τρείς βασιλιάδες στον «Γοργία,
523.a», οι οποίοι «διανεμομένους αὐτοῦ τὴν βασιλείαν»,
τους οποίους ο Κρόνος παρήγαγε για να λάβουν την «ἑνοειδῆ καὶ ἀμέριστον ἀρχὴν»
κατά τρόπο διαιρεμένο, και έθεσε επικεφαλής σε αυτούς τον «νόμον τὸν θεῖον», ο οποίος, όπως λέγει
στους «Νόμους, 714.b», είναι αίτιος «τῆς κατὰ νοῦν διανομῆς»
και για τους ίδιους τους θεούς και για τα πάντα μετά τους θεούς. Δεύτερον,
όσους «ἄρχοντας καὶ βασιλέας» λέγεται στους «Νόμους,
713.c» ότι «ορίζει» «ταῖς διαφόροις λήξεσι [=κλήρους] τῶν ψυχῶν»,
«όχι ανθρώπους, αλλά δαίμονες γένους πιο θείου και ανωτέρου» οι οποίοι
διανέμουν στις ψυχές «τὰ μέτρα τῶν ἀγαθῶν»
και «τὰς
γενεσιουργοὺς αὐτῶν ζωὰς ἀποκόπτουσι καὶ τὴν ἄτακτον φορὰν συστέλλουσι»
συμπεριλαμβάνοντάς τες μέσα στο νοητό και τη βασιλεία του Κρόνου. Και τρίτον,
όσους δαίμονες & θεούς στον «Πολιτικό» ορίζει ως επικεφαλής στα μέρη του
Κόσμου και στις αγέλες των ψυχών που βρίσκονται μέσα σε αυτόν, όπως έχει πει ο Πλάτων
στον «Πολιτικό, 271.c – 273.b», οι οποίοι άλλοτε έρχονται σε επαφή με αυτά που
διοικούνται και νέμουν σε αυτά όλα τα νοητικά και αφανή αγαθά, και άλλοτε
«αποσύρονται» της φυσικής του Κόσμου ζωής και ανατρέχουν «εἰς τὴν ἑαυτῶν περιωπὴν [παρατηρητήριο]» και
μιμούνται «τὴν ἐξῃρημένην τοῦ δημιουργοῦ καὶ πατρὸς ὑπεροχήν». Αυτούς λοιπόν τους δύο κύκλους των
εγκόσμιων θεών ας εξετάσουμε, του Διός και του Κρόνου. Γιατί έχουν πάντοτε έναν
από τους δύο, όπως ακριβώς λέει ο ίδιος ο μύθος στον «Πολιτικό, 269.e – 270.a».
Γιατί «τῶν ἄστρων τε καὶ ἡλίου μεταβολὴν»,
που αναφέρει ο Πλάτων στον «Πολιτικό, 269.e», συμβαίνει να γίνεται μέσα σε
καθεμία από τις δύο (περι)στροφές [ὡς ἐν ἑκατέραις συμπίπτει ταῖς στροφαῖς γίγνεσθαι].
Καθώς λοιπόν είναι δυο ειδών αυτή η περίοδος, είναι φανερό ότι είναι πλήρεις
από τα αγαθά του Κρόνου και ότι μετέχουν στη σειρά του Κρόνου. Και όχι μόνο οι
εγκόσμιοι θεοί, αλλά και όλα τα ανώτερα από εμάς γένη ακολουθούν «τοῖς θεοῖς ἀμφοτέροις» πραγματοποιούν τις
ενέργειες και «συμπαρασύρονται από αυτές τις διττές περιφορές – συμφέρεται τὰς διττὰς περιφοράς».
Και μέσω αυτών οι ψυχές μερικές φορές «μεταλαγχάνουσι τῆς νοερᾶς ζωῆς»
και «στέλλονται»
[υιοθετούν] την πορεία αυτή, ανταλλάσοντας την αίσθηση με τον «νοῦν ἡγεμόνα» της δικής τους
κινήσεως και περιφοράς.
Από πάνω λοιπόν από τους πρώτιστους θεούς μέχρι
τις μερικές-επιμέρους ψυχές επεκτείνει τη βασιλεία του ο Κρόνος και όλα τα
τελειοποιεί και τα πληροί με τα νοητά αγαθά, πραγματοποιώντας τις διανομές των
αγαθών «κατ᾽ ἄλλα μέτρα» για το καθένα. Για αυτό
λοιπόν και ο νόμος έχει λάβει υπόσταση μαζί με αυτόν, όπως λέει ο Σωκράτης στον
«Γοργία, 523.a» : «υπάρχει λοιπόν την εποχή του Κρόνου ο εξής νόμος, που
πάντοτε, και τώρα ακόμα, ισχύει ανάμεσα στους θεούς – Ην οὖν νόμος ὅδε ἐπὶ Κρόνου, καὶ ἀεὶ καὶ νῦν ἔτι ἐστὶν ἐν θεοῖς». Και όπως λέει ο Πλάτων στους «Νόμους,
714.a» : «Νοῦ γάρ ἐστιν ὁ νόμος διανομή», και αυτός ο θεός
είναι ο «πρώτιστος καὶ καθαρώτατος καὶ ἀκήρατος» νους. Για τον λόγο
μάλιστα ότι προηγείται αυτός από κάθε διαίρεση και ξεκινά την νοητική διαίρεση,
υπάρχει σε αυτόν ο νόμος, ο οποίος διακρίνει τις βαθμίδες των όντων και
διαφοροποιεί τα νοητικά γένη και χωρίζει όλα τα είδη με βάση την τακτική
πρόοδο, και ακτινοβολεί τα πάντα «τὸ μέτρον τῆς ὑπάρξεως» και συγκρατεί την τάξη
μέσα σε αυτά και διαφυλάσσει τους όρους της θεϊκής διανομής «ἀκλινεῖς» [ακλόνητους] και έχει αυτό το αξίωμα
στη βασιλεία του Κρόνου και ανάμεσα στα νοητικά, το οποίο «ἣν ἐν τῷ ὑπερουρανίῳ τόπῳ» και στα νοητά – νοητικά είχε η
Αδράστεια. Από κάθε λοιπόν από αυτά τα δύο, από την Αδράστεια και τον Νόμο,
γεννιέται «ἡ ἄτρεπτος
φρουρὰ καὶ ἡ τῆς τάξεως ἐπὶ πάντα πρόοδος», ενώ διαφέρουν μεταξύ
τους στο ότι ο νόμος διαιρεί το «ένα» σε πλήθος και προσδιορίζει «τὰ μέτρα τῆς νοερᾶς ὑποστάσεως» και διανέμει σε καθένα
το «οἰκεῖον ἀγαθόν», προωθώντας «ἀπὸ τοῦ ἑνὸς νοῦ τὰ διάφορα μέτρα τῶν ὄντων», η δε Αδράστεια όλα τα
«φρουρεῖ μονοειδῶς ἐν τῷ νοητῷ μένουσα καὶ τὴν ὅλην τάξιν ἀκλινῶς διατηρεῖ», ανεξάρτητη η ίδια υπεράνω κάθε διαίρεσης. Ένας λοιπόν
ενιαίος θεός είναι ο νόμος που διαιρεί τοα θεϊκά είδη και προσδιορίζει αυτά που
ταιριάζουν στο καθένα, συνυπάρχοντας με τον Κρόνιο διάκοσμο με βάση τη
συμπλήρωση του από τη μια και ενιαία αιτία, μέσα στον οποίο εμφανίζονται
πρωταρχικά οι διακρίσεις των όντων και η πλήρης πρόοδος των ειδών. Για αυτό
λοιπόν και ο δημιουργός «πρὸς τοῦτον βλέπων κατὰ νόμον ἄγει τὰ πάντα – κοιτάζοντας προς αυτόν
με βάση τον νόμο κατευθύνει τα πάντα», και δίνει υπόσταση στην εγκόσμια πρόνοια
ως εικόνα της ενότητας του πατέρα, καθώς και στην Ειμαρμένη και στους «εἱμαρμένους νόμους» ως εικόνα της
διαίρεσης με βάση τον νόμο.
Αν λοιπόν οι ψυχές ζούνε σύμφωνα με τον νόμο,
στην περίοδο του Διός «κατὰ τοὺς εἱμαρμένους νόμους διοικούμεναι»,
στην περίοδο του Κρόνου «κατὰ τὸν θεῖον νόμον διεξαγόμεναι»
[κατευθυνόμενες], και εδώ – στην Κρόνια περίοδο – υπηρετούν το πλήθος, ενώ εκεί
– στην περίοδο του Διός – «εἰς μίαν αἰτίαν ἀνατείνονται». Και «ἀνιοῦσαι εἰς τὴν νοητὴν περιωπή»,
υποτάσσονται στον θεσμό της Αδράστειας. Γιατί εκείνος επεκτείνεται από πάνω
μέχρι τα κατώτατα και «τὰ μέτρα»
στις ψυχές «ἀφορίζει»
[προσδιορίζει] των «τῶν ὅλων περιόδων»,
όπως λέγει ο Σωκράτης στον «Φαίδρο, 248.c».
Από αυτά λοιπόν είναι φανερό ποιος είναι αυτός ο
μέγιστος θεός και πόσων αγαθών είναι αίτιος για τις ψυχές και πριν από αυτές
για τους ηγέτες της ψυχής, τους θεούς δηλ. και τους δαίμονες. Ενώ και
παλαιότεροι θεολόγοι των Ελλήνων λένε ότι «τὸ ἀγήρων» [η ιδιότητα του
αγέραστου] ταιριάζει σε αυτή την βαθμίδα, όπως επί παραδείγματι οι Ορφικοί
(αυτοί λένε ότι «ἀεὶ μελαίνας» είναι οι τρίχες του
Κρόνου και ουδέποτε άσπρες), εμείς όμως θαυμάζουμε τον ένθεο νου του Πλάτωνα, ο
οποίος αποκαλύπτει τα ίδια για αυτόν τον θεό σε όσους ακολουθούν τα ίχνη του.
Γιατί στην περίοδο του Κρόνου λέει ότι οι ψυχές αφήνουν τα γηρατειά και
επιστρέφουν στην νεότητα, και αφαιρούν τα άσπρα μαλλιά και αποκτούν «μελαίνας» τρίχες. Γιατί στον
«Πολιτικό, 270.e» λέει : «των ηλικιωμένων οι λευκές τρίχες μαύριζαν και τα
μάγουλα αυτών που είχαν γένια γίνονται πάλι λεία, και ο καθένας έφτανε στην
ακμή της νεανικής του ηλικίας – Τῶν γὰρ πρεσβυτέρων, φησίν, αἱ λευκαὶ τρίχες ἐμελαίνοντο, τῶν δὲ γενειώντων αἱ παρειαὶ λειαινόμεναι εἰς τὴν παρελθοῦσαν ὥραν καθίσταντο». Παραδίδοντας έτσι σε
μας την ομοιότητα των Κρόνιων ψυχών με τον θεό, λέγοντας ότι αυτές χάνουν τα
γηρατειά τα οποία έχουν λάβει «ἐκ τῆς γενέσεως»
και «τὴν ἀσθένειαν ἀποσκευάζεσθαι τὴν ὑλικήν», και προβάλλουν την νεανική και ακμαία
ζωή του νοός. Γιατί δεν είναι θεμιτό ούτε επιτρεπτό αυτές να εξομοιωθούν «πρὸς τὸν ἀγήρων θεὸν»
παρά μονάχα «διὰ τῆς ἥβης τῆς νοερᾶς καὶ τῆς ἀχράντου δυνάμεως». Αυτού του πράγματος
λοιπόν αίτιο είναι το ότι και ο ίδιος ο βασιλεύς Κρόνος «δίνει υπόσταση στους
αμόλυντους θεούς και στην αμείλικτη τριάδα – ὑποστάτης ἐστὶ τῶν ἀκηλήτων θεῶν καὶ τῆς ἀμειλίκτου τριάδος» (για αυτό άλλωστε είναι
«κορόνους» [καθαρός νους], όπως
λέει ο Σωκράτης, αφού είναι νους ο οποίος ταυτόχρονα έχει γύρω από τον εαυτό
του την κορυφή της άχραντης βαθμίδας και επιβαίνει ως επικεφαλής στους ακμαίους
θεούς που κυβερνούν τα πάντα). Και «αἱ πρὸς αὐτὸν στελλόμεναι ψυχαὶ», [που συμμορφώνονται μαζί του] μαζί με την νοητική
ενέργεια αυξάνονται κατά θαυμαστό τρόπο σε ακμή και δύναμη ακλόνητη και χωρίς
παρεκτροπές προς την ύλη. Οι επιμέρους λοιπόν ψυχές, μεταβάλλοντας τις
περιόδους, άλλοτε προς την νεανικότητα και άλλοτε προς την γήρανση οδεύουν. Οι
καθολικές όμως ψυχές οι οποίες «κατ᾽ ἀμφοτέρας ἀεὶ διαζῶσαι»
[ζούνε πάντα & στις δύο περιόδους], με τον Κρόνο «κατὰ τὴν ἀφανῆ περίοδον συνοῦσαι» [συνυπάρχουν]και «κατὰ τὴν ἐμφανῆ πρόνοιαν συνδιακοσμοῦσαι τὸ πᾶν» με τα του Διός, λαμβάνοντας την αύξηση
με βάση και τις δύο περιόδους ταυτόχρονα, «πρεσβύτεραι καὶ νεώτεραι γίγνονται».
Άλλωστε ο Πρόκλος, στο «Εις τον Κρατύλο Πλάτωνος
εκλογαί χρήσιμοι, 63.10 – 63.40», λέγει ότι ο μέγιστος Κρόνος από ψηλά
χορηγεί στον δημιουργό τις αρχές των νοήσεων και επιβλέπει τη σύνολη
δημιουργία. Για τούτο και ο Δίας, στους Ορφικούς, τον αποκαλεί δαίμονα : «ύψωσε
την γενεά μας, ένδοξε δαίμονα – Ορθου
δ᾽ ἡμετέρην γενεήν, ἀριδείκετε δαῖμον». Μάλιστα ο Κρόνος
περιέχει μέσα του τις κορυφαίες αιτίες των «συναγωγῶν καὶ τῶν διαιρέσεων», ο οποίος «διὰ τῶν Οὐρανίων τομῶν προάγων εἰς τὰ μέρη» και γίνεται αίτιος των
γεννητικών προόδων και πολλαπλασιασμών, και αναδεικνύεται γενικά ηγέτης της
Τιτανικής γενιάς, από την οποία προέρχεται η διαίρεση των όντων, ενώ με τις
καταπόσεις συγκεντρώνει και πάλι τα δικά του γεννήματα και τα ενοποιεί με
τον εαυτό του και τα αναλύει στην δική του ενιαία και αμέριστη αιτία. Άλλωστε
και «ὁ δημιουργὸς Ζεὺς παρ᾽ αὐτοῦ προσεχῶς [απευθείας] ὑποδέχεται τὴν ἀλήθειαν τῶν ὄντων» και πρωταρχικά «νοεῖ τὰ ἐν αὐτῷ», δηλ. όσα είναι μέσα στον Κρόνο. Έτσι
μαντεύει σε αυτόν και η Νύχτα, αλλά απευθείας του μαντεύει ο πατέρας και του
παραδίδει «τὰ μέτρα τῆς ὅλης δημιουργίας».
Αλλά και ο ίδιος ο Πλάτων λέει στον «Πολιτικό, 272.b-c» για «τοὺς ἐπὶ Κρόνου εὐδαμόνως ζῶντας»
ότι ήταν «τρόφιμοι» του θεού ότι ενεργούσαν σύμφωνα με την διαλεκτική, ότι
συμβίωναν μεταξύ τους και με τα θηρία «διὰ λόγων» (βέβαια, «πάντα γὰρ ἐκεῖ νοερά») και «ἐπὶ φιλοσοφίᾳ», και στις συναναστροφές τους «ζητούσαν να μάθουν όλες τις
εκδοχές της Φύσης, αν κανείς αντιλαμβανόταν κάποια ξεχωριστή ιδιότητα της, προς
συγκέντρωση φρονήσεως – καὶ ὁμιλοῦντας καὶ πυνθανομένους παρὰ πάσης φύσεως, εἴ τινά τις ἰδίαν δύναμιν ἔχουσαν ᾔσθετο εἰς συναγερμὸν φρονήσεως». Αυτοί λοιπόν που
ζούσαν τη θεϊκή ζωή στην κυκλική της επαναφορά, λέει, χρειάστηκαν την
νομοθετική και «τῶν ἐκ ταύτης μέτρων εἰς διακόσμησιν τῶν πολιτειῶν»,
δηλαδή τους κανόνες που προέρχονται από την νομοθετική για την ρύθμιση της
πολιτικής ζωής. Για αυτό και στο σύμπαν έχουμε δύο ειδών κυκλικές ανακυκλήσεις,
«ἡ μὲν ἀναγωγὸς καὶ Κρονία, ἡ δὲ προνοητικὴ καὶ τοῦ Διὸς ἐξηρτημένη». Διότι και ο βασιλιάς
Κρόνος χρησιμοποιεί όλα τα γεννήματα του Διός στην βάση της εξηρημένης
υπεροχής, και, μέσα από αυτά, σαν να πρόκειται για εικόνες, βάζει μπροστά στις
μεριστές ψυχές την αναγωγική προς τα άνω πορεία.