ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΒΟΜΒΑ…  «Τα Ίμια ήταν μια δουλειά που θα κράταγε 10 λεπτά, θα είχαμε βουλιάξει, αν θέλαμε, τους Τούρκους»imiaΗ κρίση των Ιμίων, πέρα από τους τρεις ήρωες-θύματα του Πολεμικού μας Ναυτικού, έδωσε αφορμή στην Τουρκία να θέσει ζήτημα «Γκρίζων Ζωνών» στο Αιγαίο, αμφισβητώντας την κυριαρχία της Ελλάδας σε αρκετά νησιά και να θέσει ένα ακόμη θέμα στην ατζέντα των ελληνοτουρκικών διαφορών. Δέκα οκτώ χρόνια μετά, ο Βαγγέλης Κονσολάκης, υποπλοίαρχος εν αποστρατεία του Πολεμικού Ναυτικού, μιλάει αποκλειστικά στο “pentapostagma.gr” και κάνει λόγο για «καθαρή προδοσία» και «ανεπάρκεια» της τότε πολιτικής ηγεσίας.
-Κύριε Κονσολάκη, τι θυμάστε περισσότερο από την κρίση των Ιμίων;
Ήταν μόλις 9 χρόνια μετά από το Σισμίκ, όταν ξέσπασε η κρίση των Ιμίων. Γενάρης του 1996, θυμάμαι χαρακτηριστικά ήταν Παρασκευή και κράτησε μόλις 2 μέρες. Ετοιμαζόμασταν να φύγουμε, όταν ξαφνικά φωνάξανε από τα μεγάφωνα ότι το πλοίο ετοιμάζεται για αναχώρηση. Το πρώτο πράγμα που μας έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν ότι με το που βγήκαμε στα ανοικτά, είδαμε ένα σκάφος στη Ψυττάλεια να έχει πάνω κάτι κάμερες και το Δήμο Βερύκιο να μεταδίδει ζωντανά μέσω τηλεοράσεως ότι «τώρα βγαίνει το τάδε καράβι, τώρα βγαίνει το άλλο» κ.ο.κ. Γεγονός απίστευτο να λέει κάποιος στον κόσμο και στους Τούρκους ποια καράβια βγαίνουν έξω. Εννοείται ότι δεν πρέπει να ξέρει κανένας ποιο καράβι βγαίνει και που πάει, πολύ περισσότερο να γίνεται κάτι τέτοιο σε ζωντανή μετάδοση! Απλά κάποιοι, προφανώς, θέλανε να κάνουν τον πόλεμο σόου.
ΥΠΟΠΛΟΙΑΡΧΟΣ ΚΟΝΣΟΛΑΚΗΣ

Το δεύτερο που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι δεν μας είχαν δώσει εντολές, δεν ήμασταν ελεύθεροι, υπήρχε μια ομάδα διοίκησης και πηγαίναμε να λάβουμε κάποια συγκεκριμένη θέση. Ανεβήκαμε, λοιπόν, βόρεια προς την Κέρο. Ήμασταν μια δύναμη από 6 καράβια, φρεγάτες και αντιτορπιλικά και όταν άρχισε να νυχτώνει, είδαμε μια αντίστοιχη τουρκική δύναμη μες τα χωρικά μας ύδατα, την οποία την αξιολογήσαμε από το κέντρο πληροφοριών μάχης ως 4 τουρκικά μεταγωγικά με 2 συνοδευτικά αντιτορπιλικά. Αμέσως, δίνουμε σήμα στο Αρχηγείο, «πείτε μας τι να κάνουμε», αυτό περίπου 9.30 το βράδυ. Μας είπανε να περιμένουμε. Ο Διοικητής μας, βέβαια, είχε δώσει εντολή να τους έχουμε στοχοποιημένους τους Τούρκους και όντως τους είχαμε έτοιμους με πυραύλους να τους πλήξουμε. Ήταν μια δουλειά που θα κράταγε 10 λεπτά, θα τους είχαμε βουλιάξει και τους 6 και δεν θα είχε καταλάβει κανείς τίποτα. Και επαναλαμβάνω, οι Τούρκοι ήταν μες τα δικά μας χωρικά ύδατα, οπότε εννοείται ότι είχαμε κάθε δικαίωμα να πράξουμε κάτι τέτοιο.
- Και τελικά, τι εντολές πήρατε;
Οι ώρες περνάγανε. Κάποια στιγμή μετά τα μεσάνυχτα, οι Τούρκοι μας πήρανε χαμπάρι. Και τότε τα δυο συνοδευτικά άρχισαν να στοχοποιούν τα δικά μας πλοία. Το μεταδώσαμε και αυτό αμέσως στο Αρχηγείο και λέμε «τι θα κάνουμε», πάλι η ίδια εντολή «αναμείνατε». Αυτό κράτησε μέχρι τις 6 το πρωί, όταν μας είπανε τελικά «τα μαζεύετε και γυρίζετε πίσω, τελείωσαν όλα», χωρίς να έχουμε κάνει απολύτως τίποτα. Μας πήγαν δηλαδή μέχρι τα μισά του Αιγαίου, μας έφεραν αντιμέτωπους με τον εχθρό και μας είπαν να κάνουμε πίσω.
Γυρνάμε στην Αθήνα και ακούμε το Σημίτη να ευχαριστεί τους Αμερικάνους, άλλους να λένε ότι οι ένοπλες δυνάμεις δεν ήταν έτοιμες και γι’ αυτό έγινε ό,τι έγινε… Ήμασταν ένα καράβι που ξεχείλιζε κυριολεκτικά από οργή και αυτό γιατί δεν μας άφησαν να κάνουμε αυτό που έπρεπε να κάνουμε. Δεν πήγαμε εκεί για πλάκα, εκτός αν μας έστειλαν μόνο για το θεαθήναι. Γιατί, όπως φάνηκε, όλη αυτή η επιχείρηση δεν ήταν τελικά τίποτα περισσότερο από ένα καλοστημένο σόου.
- Πιστεύετε, λοιπόν, ότι τα Ίμια ήταν όντως, όπως ειπώθηκε, προδοσία;
Βεβαιότατα ναι. Τα Ίμια ήταν ξεκάθαρα κακός σχεδιασμός και προδοσία από τους διοικούντες. Και όταν λέω «διοικούντες», εννοώ την πολιτική ηγεσία. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο ίδιος άνθρωπος που έστησε τόσο αριστοτεχνικά το στόλο την εποχή του Σισμίκ και δεν άφησε να ανοίξει ούτε ρουθούνι, τρέποντας παράλληλα σε φυγή τους Τούρκους, ο ναύαρχος Λυμπέρης, θα έκανε κάτι τόσο λάθος μετά. Θεωρώ απλά ότι και εκείνου του δέσανε τα χέρια.
Τα πνεύματα ήτανε πολύ τεταμένα στο πλοίο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον ύπαρχο να χτυπάει από τα νεύρα του -για να μη χτυπήσει κάποιον άλλο- το κεφάλι του στο μπουλμέ (ο σιδερένιο τοίχος πάνω στη γέφυρα), να βρίζει και να μονολογεί «τους προδότες, τους προδότες». Είναι μια εικόνα που έχει μείνει χαραγμένη ανεξίτηλα στο μυαλό μου μέχρι και σήμερα.
Δεν θέλω να φανώ πολεμοχαρής, δεν είμαι άλλωστε σε καμία περίπτωση, αλλά όταν αποφασίζεις να βγάλεις ένα στόλο, δεν το κάνεις για να πεις «εδώ είμαστε», τον χρησιμοποιείς. Θα παρομοίαζα το στόλο με αυτό που λέγανε οι παλιοί για το μαχαίρι, ότι δεν είναι απλά για ένα εκφοβίσεις κάποιον. Αντίθετα, είναι ένα ύπουλο όπλο, το βγάζεις, κάνεις αυτό που πρέπει να κάνεις και το ξαναβάζεις μέσα, χωρίς να πάρει κανείς χαμπάρι.
Όταν είμαστε σε θέση ισχύος, όπως στα Ίμια και κανείς δεν είχε την τόλμη να πει «ξεκινήστε και πάμε να δούμε τι θα γίνει», αυτό, όπως ήταν φυσικό, μας καταρράκωσε το ηθικό. Είδαμε ότι αυτοί που μας στείλανε να πολεμήσουμε, όχι απλά δεν μας αφήσανε, αλλά ούτε είχανε στην ουσία και καμία τέτοια διάθεση.
-Θα λέγατε ότι όλη αυτή η ενδοτικότητα εκ μέρους της ελληνικής πλευράς, ανοίγει ακόμα περισσότερο την όρεξη στους Τούρκους;
Eννοείται, τους κάνει ακόμα πιο ασύστολους και χωρίς ενδοιασμό. Πρέπει να έχουμε ως έθνος και κάποιες κόκκινες γραμμές, αλλά, όπως φαίνεται, δεν έχουμε. Το 1987 είχαμε.
Οι ιθύνοντες, για να το πω κομψά, χαρακτηρίζονται από πλήρη ανεπάρκεια. Δεν έπρεπε να είναι σε αυτές τις θέσεις και για να μην πω ότι παίρνουνε εντολές από αλλού, θα πω απλά ότι δεν έχουν το σθένος και το πολιτικό βάρος να πάρουν τις αποφάσεις που χρειάζεται.