Οι παραδόσεις για την Αργοναυτική
Εκστρατεία συνδέονται στενά με τους μύθους για τους Αιολίδες. Είδαμε
προηγουμένως ότι ο Αθάμαντας ήταν ένας από τους γιους του Αιόλου.
Βασίλευσε στο βοιωτικό Ορχομενό, αφού παντρεύτηκε τη θεά Νεφέλη, με την
οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Φρίξο και την Έλλη. Λίγο μετά εγκατέλειψε
τη Νεφέλη και πήρε άλλη σύζυγο, την Ινώ, την κόρη του Κάδμου, με την
οποία απέκτησε δύο γιους, τον Λέαρχο και τον Μαλικέρτη.
εικόνα αριστερά - Η πόλη του Βόλου, η αφετηρία της Αργοναυτικής Εκστρατείας, σχεδίασε με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια μια τεκμηριωμένη εκδοχή της μυθικής Αργούς, πλήρως εξοπλισμένης για το μεγάλο ταξίδι.Το αρχαιοπρεπές σκαρί έπεσε για πρώτη φορά στο νερό το καλοκαίρι του 2008.
Η Ινώ, που ήταν μητριά του Φρίξου, τον μισούσε και αποφάσισε να τον εξοντώσει. Γι' αυτό έπεισε τις γυναίκες εκείνης της χώρας να αφήσουν τα σιτοχώραφα να ξεραθούν, με αποτέλεσμα να προκληθεί πείνα. Στη δύσκολη αυτή στιγμή ο Αθάμαντας έστειλε ένα δικό του άνθρωπο στο Μαντείο των Δελφών για να ζητήσει συμβουλή και βοήθεια. Η Ινώ, όμως, με ύπουλες ενέργειες έπεισε τους μάντεις να απαντήσουν πως η αφορία στη χώρα θα σταματούσε μόνο όταν ο Φρίξος θα θυσιαζόταν στον Δία. Ο Αθάμαντας, επειδή τον πίεζε ο λαός, αποφάσισε να εκτελέσει το χρησμό και οδήγησε τον Φρίξο στο βωμό για να γίνει η θυσία. Αλλά η μητέρα του, η Νεφέλη, τον έσωσε από το θάνατο και του έδωσε, μέσω του Ερμή, ένα χρυσόμαλλο κριάρι, πάνω στο οποίο ανέβηκε μαζί με την Έλλη και ξέφυγαν πετώντας πάνω από τη θάλασσα. Το κριάρι κινήθηκε προς τον Εύξεινο Πόντο και την Κολχίδα. Τη στιγμή όμως που περνούσαν πάνω από το στενό πορθμό [ανάμεσα στην Ασία και την Ευρώπη] η Έλλη έπεσε σε αυτόν και από τότε το στενό ονομάστηκε Ελλήσποντος, δηλαδή της «Έλλης πόντος». Το κριάρι, που εκτός από όλα τα άλλα διέθετε και το χάρισμα της ομιλίας, έδινε κουράγιο στον Φρίξο, τον οποίο τελικά μετέφερε στην Κολχίδα. Ο βασιλιάς εκείνης της χώρας και γιος του Ήλιου, ο Αιήτης, τον υποδέχτηκε θερμά και του έδωσε ως σύζυγο την κόρη του, Χαλκιόπη. Ο Φρίξος θυσίασε το κριάρι στον Φύξιο Δία και κρέμασε το χρυσόμαλλο δέρας του, δηλαδή το δέρμα του, στο ιερό άλσος του θεού Άρη.
Στο μεταξύ ο Πελίας και ο Νηλέας, οι δίδυμοι γιοι του Ποσειδώνα από την Τυρώ, την κόρη του Αιολίδη Σαλμωνέα, συγκρούστηκαν διεκδικώντας ο καθένας για τον εαυτό του τη βασιλεία της θεσσαλικής Ιωλκού. Στη διαμάχη αυτή ανάμεσα στα αδέλφια υπερίσχυσε ο Πελίας. Ο Νηλέας κατέφυγε στην Πελοπόννησο, όπου ίδρυσε το βασίλειο της Πύλου και απέκτησε δώδεκα γιους. Από αυτούς ο πιο διακεκριμένος υπήρξε ο Νέστορας, για τον οποίο θα κάνουμε πολλές φορές λόγο σε αυτή την εξιστόρηση των μυθικών χρόνων.
Ο Πελίας, λοιπόν, βασίλευε στην Ιωλκό για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς κανένα πρόβλημα, όταν ρώτησε το μαντείο εάν κινδύνευε ο θρόνος του. Ο χρησμός του μαντείου τον προειδοποιούσε να προσέχει τον άνθρωπο που θα εμφανιζόταν μπροστά του μονοσάνδαλος. Κάποτε, και ενώ θυσίαζε στον πατέρα του, τον Ποσειδώνα, εμφανίστηκε μπροστά του ο Ιάσονας φορώντας ένα μόνο σανδάλι, αφού το άλλο το είχε χάσει όταν διάβηκε τον πλημμυρισμένο ποταμό Άναυρο. Ο Πελίας αμέσως κατανόησε πως αυτός ήταν ο εχθρός τον οποίο του είχε υποδείξει ο χρησμός. Σε αυτό συνηγορούσε και η καταγωγή του νεοφερμένου: Ήταν γιος του Αίσονα και εγγονός του επίσης Αιολίδη, Κρηθέα. Γι' αυτόν το λόγο, για να αποτρέψει τον κίνδυνο, του επέβαλε να πραγματοποιήσει ένα φοβερό άθλο: Να φέρει στην Ιωλκό το χρυσόμαλλο δέρας, δηλαδή το δέρμα του χρυσού κριαριού που μετέφερε τον Φρίξο στην Κολχίδα και το οποίο αυτός είχε αφιερώσει εκεί στον Αρη.
Ο Ιάσονας, επειδή είχε πάρει θάρρος από το χρησμό, ανέλαβε με προθυμία την εκτέλεση του άθλου και προσκάλεσε βοηθούς και συναγωνιστές στην προσπάθεια του αυτή τους πιο γνωστούς ήρωες της Ελλάδας.Έσπευσαν να βοηθήσουν πενήντα από τους πιο ονομαστούς, ανάμεσα τους ο Ηρακλής, ο Θησέας, ο Τελαμώνας και ο Πηλέας, ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης, ο Ίδας και ο Λυγκέας, ο Ζήτης και ο Κάλαϊς, οι φτερωτοί γιοι του Βορέα, ο Μελέαγρος, ο Αμφιάραος, ο Λαέρτης και ο Περικλύμενος. Ο Άργος, ο γιος του Φρίξου, κατασκεύασε με οδηγίες της Αθηνάς το πλοίο με το οποίο θα πήγαιναν στην Κολχίδα οι ήρωες. Το πλοίο πήρε το όνομα Αργώ και στην πλώρη του στερέωσαν ένα ξύλο από τη φηγό της Δωδώνης, δηλαδή την ιερή βελανιδιά που είχε το χάρισμα να μιλάει και να δίνει χρησμούς.
Κυβερνήτης της Αργώς τοποθετήθηκε ο Τίφυς. Ο Ίδμονας, ο γιος του Απόλλωνα, και ο Μόψος συνόδευσαν τους Αργοναύτες ως μάντεις. Μαζί τους ταξίδεψε και ο Ορφέας, για να παρηγορεί με τη λύρα του τους Αργοναύτες και να εξαφανίζει τις μεταξύ τους αντιθέσεις.
Οι Αργοναύτες ξεκίνησαν και έφτασαν στη Λήμνο. Από εκεί, αφού πέρασαν από τον Ελλήσποντο, έφτασαν στη θάλασσα της Προποντίδας και πλησίασαν τη Βιθυνία, στην οποία κατοικούσε ο τυφλός μάντης Φινέας. Ο Ποσειδώνας τον είχε τυφλώσει για να τον τιμωρήσει επειδή είχε αποκαλύψει στον Φρίξο το δρόμο που οδηγούσε στην Κολχίδα. Μάλιστα, τον είχε αφήσει να διαλέξει ανάμεσα στο θάνατο και την τύφλωση και αυτός επέλεξε το δεύτερο. Εκτός όμως από την τύφλωση τον βασάνιζαν και οι Άρπυιες, τα φτερωτά τέρατα. Κάθε φορά που ο μάντης έστρωνε τραπέζι για να φάει, κατέβαιναν από τα σύννεφα και άρπαζαν σχεδόν από το στόμα του την τροφή, στην οποία μετέδιδαν τέτοια δυσοσμία που ήταν αδύνατον πια να την πλησιάσει. Ωστόσο, αν και υπέφερε όλα αυτά, γνώριζε, αφού ήταν μάντης, ότι έρχονταν οι Αργοναύτες και τους υποδέχτηκε ως σωτήρες. Πράγματι, μόλις ετοίμασε το τραπέζι, πλησίασαν όπως το συνήθιζαν οι Άρπυιες. Ο Ζήτης όμως και ο Κάλαϊς, οι φτερωτοί γιοι του Βορέα, τις εμπόδισαν και τις κυνήγησαν μέχρι εκείνο το σημείο όπου εμφανίστηκε ο θεός Ερμής και τους ζήτησε να σταματήσουν την καταδίωξη, γιατί οι Άρπυιες δεν θα ξαναενοχλούσαν τον Φινέα, αλλά θα επέστρεφαν στο σπήλαιο όπου γεννήθηκαν στην Κρήτη.
Ο Φινέας, νιώθοντας γι' αυτόν το λόγο ευγνωμοσύνη για τους Αργοναύτες, τους υπέδειξε τον ασφαλέστερο τρόπο για να φτάσουν στην Κολχίδα. Ιδιαίτερα τους συμβούλευσε τι έπρεπε να κάνουν για να περάσουν ανάμεσα στους φοβερούς βράχους, τις περίφημες Συμπληγάδες Πέτρες. Οι Συμπληγάδες ήταν, όπως είπαμε, δύο βράχοι, οι οποίοι συνεχώς άνοιγαν και έκλειναν με τέτοια ταχύτητα και πάταγο, που ακόμα και για ένα πουλί ήταν δύσκολο σε αυτό το πολύ σύντομο διάστημα να περάσει ανάμεσα τους. Όταν, λοιπόν, η Αργώ έφτασε στο επικίνδυνο τούτο μέρος, ένας από τους Αργοναύτες, ο γιος του Ποσειδώνα, Εύφημος, ελευθέρωσε ένα περιστέρι, το οποίο πέρασε ανάμεσα στους βράχους χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα, χάνοντας μόνο μερικά φτερά από την ουρά του. Αυτό ήταν, σύμφωνα με τη συμβουλή του Φινέα, η απόδειξη εκείνη ότι και οι Αργοναύτες μπορούσαν να επιχειρήσουν με θάρρος το διάπλου.
Έτσι, αφού κωπηλάτησαν με όλη τους τη δύναμη, πέρασαν με επιτυχία τις Συμπληγάδες Πέτρες. Οι βράχοι, τη στιγμή που περνούσαν οι Αργοναύτες, άρχισαν να κλείνουν, αλλά τους εμπόδισαν για λίγο τα θεϊκά χέρια της Αθηνάς.Έτσι, κατόρθωσαν να συντρίψουν μόνο ένα μικρό μέρος -ασήμαντο- της πρύμνης. Επειδή οι θεοί είχαν προαποφασίσει ότι, εάν ένα και μόνο πλοίο κατόρθωνε να περάσει ανάμεσα στις Συμπληγάδες με ασφάλεια, το πέρασμα θα παρέμενε για όλους και για πάντα ασφαλές και εύκολο, από τότε οι βράχοι παρέμειναν ακίνητοι και απομακρυσμένοι ο ένας από τον άλλον.
Στο τέλος του ταξιδιού τους οι Αργοναύτες μπήκαν στον ποταμό Φάση της Κολχίδος και άραξαν στην πρωτεύουσα των Κόλχων, την Αία. Όταν έπλεαν κοντά στον Καύκασο, είδαν τον αετό που κατέτρωγε το συκώτι του Προμηθέα και άκουσαν μάλιστα τα βογκητά του δυστυχισμένου Τιτάνα.Όταν όμως ζήτησαν από τον Αιήτη να τους παραχωρήσει το χρυσόμαλλο δέρας επειδή οι ήρωες ήταν από θεϊκή γενιά και ήρθαν γι' αυτό έπειτα από εντολή των θεών, ο βασιλιάς οργίστηκε και αρνήθηκε να συναινέσει, εκτός εάν πραγματοποιούσαν κάποιους άθλους, οι οποίοι φαινόταν πως ήταν αδύνατον να γίνουν. Ο Ήφαιστος είχε δώσει στον Αιήτη δύο ταύρους, άγριους, με χάλκινα πόδια που ξεφυσούσαν φωτιά. Ο Ιάσονας, για να αποδείξει την υπερήφανη καταγωγή του και την ευμένεια των θεών προς το πρόσωπο του, όφειλε να ζέψει τους δύο ταύρους στο άροτρο και να οργώσει ένα μεγάλο χωράφι. Το εγχείρημα φαινόταν επικίνδυνο, αλλά ο καθένας από τους ήρωες φάνηκε πρόθυμος να το αναλάβει. Ο σοφός Ίδμονας προέτρεψε τον Ιάσονα να αναλάβει αυτή τη δύσκολη αποστολή. Τελικά, ο Ιάσονας, με τη βοήθεια της Ήρας και της Αφροδίτης και τη συνεργεία της Μήδειας, της κόρης του Αιήτη, που τον είχε ερωτευτεί σφοδρά, κατόρθωσε όχι μόνο να δαμάσει τους ταύρους, αλλά και να υπερνικήσει τη δυστροπία του βασιλιά τικ Κολχίδας. Έτσι, οι Αργοναύτες παρέλαβαν το χρυσόμαλλο δέρας και απέπλευσαν από εκεί, παίρνοντας μαζί τους τη Μηδεία, η οποία τους ακολούθησε με τη θέληση της και αργότερα έγινε περιβόητη στην Ελλάδα για την πονηριά και τις μαγικές της ικανότητες.
Αυτά λέει ο μύθος για το ταξίδι των Αργοναυτών. Το ταξίδι αυτό, όπως και όλοι γενικά οι μύθοι εκείνης της εποχής, παραδίδεται και με άλλη, διαφορετική, μορφή. Αλλά όλοι ήταν μύθοι και δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με τις μεταγενέστερες, οπωσδήποτε ακριβείς, γεωγραφικές γνώσεις.
Και όμως οι περισσότεροι Έλληνες πίστευαν σε αυτές τις παραδόσεις, ακόμη και στους μεταγενέστερους ιστορικούς χρόνους, γιατί αυτές εξυμνούσαν τα κατορθώματα των ηρωικών εκείνων και υπεράνθρωπων γενεών, τις οποίες οι προπάτορες μας θεωρούσαν προγόνους και τις τιμούσαν σχεδόν όσο και τους θεούς.
ΟΡΦΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Το Ορφικά Μυστήρια έχουν τις ρίζες τους στον θρακικής καταγωγής μυθικό αοιδό, τον Ορφέα. 0 μύθος αναφέρει ότι ο Ορφέας, βαθιά ερωτευμένος με τη σύζυγο του Ευρυδίκη, κατέβηκε ως τον Άδη για να τη φέρει πίσω, αφού είχε πεθάνει από αιφνίδιο δάγκωμα φιδιού. Με τη μελωδία της λύρας του μάγεψε τον Κάτω Κόσμο και κατάφερε να συμφωνήσει με τον Πλούτωνα την επιστροφή της Ευρυδίκης, με τον όρο να μην την κοιτάξει πριν περάσουν την πύλη του Άδη. Όμως, εκείνος, τυφλωμένος από τον παράφορο ερωτά του, γύρισε και την κοίταξε, και έτσι η Ευρυδίκη έμεινε για πάντα στον κόσμο των νεκρών.
Ο Ορφέας έγραψε ένα σύνολο επικών ποιημάτων, τα οποία συνόδευε με τη λύρα του. Μάλιστα, είχε τελειοποιήσει τη μορφή της, αυξάνοντας τον αριθμό των χορδών σε εννέα, όπως και οι Μούσες. Στα ποιήματα αυτά στηρίχτηκε θρησκευτική κίνηση των Ορφικών η οποία εμφανίστηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. και διαδόθηκε σε όλο τον ελληνικό κόσμο, στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία. Οι Ορφικοί αμφισβητούσαν την ολύμπια θρησκεία και ασχολούνταν με θέματα όπως ο εξαγνισμός και η μεταθανάτια ζωή. Τελούσαν μυστήρια που είχαν ως επίκεντρο βαθιές θρησκευτικές ανησυχίες. Πίστευαν ότι η ψυχή του ανθρώπου ήταν φυλακισμένη στο σώμα και ότι ο μόνος τρόπος απελευθέρωσης της, ήταν η συμμόρφωση σύμφωνα με τον κανόνα της ορφικής ζωής που επέβαλλε την αποχή από το κρέας, το κρασί και τη γενετήσια επαφή. Μετά το θάνατο ερχόταν η ώρα της κρίσης, ανάλογα με τον τρόπο ζωής, η ψυχή πήγαινε ή στην χώρα των Μακαρίων, τα Ηλύσια Πεδία, ή στην Κόλαση. Οι θεωρητικές διδασκαλίες των Ορφικών πέρασαν στη φιλοσοφία και διοχετεύτηκαν μέσω των Νεοπλατωνικών στη χριστιανική σκέψη.
Η ΑΡΓΩ
Ο Άργος, ο γιος του Φρίξου, κατασκεύασε με οδηγίες της Αθηνάς το πλοίο με το οποίο θα πήγαιναν στην Κολχίδα οι ήρωες. Το πλόιο πήρε το όνομα Αργώ και στην πλώρη του στερέωσαν ένα ξύλο από τη φηγό της Δωδώνης, δηλαδή την ιερή βελανιδιά που είχε το χάρισμα να μιλάει και να δίνει χρησμούς.
Από την εγκυκλοπαίδεια ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
Κ.Παπαρρηγόπουλου - National Geographic
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: HELLASONTHEWEB.ORG
εικόνα αριστερά - Η πόλη του Βόλου, η αφετηρία της Αργοναυτικής Εκστρατείας, σχεδίασε με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια μια τεκμηριωμένη εκδοχή της μυθικής Αργούς, πλήρως εξοπλισμένης για το μεγάλο ταξίδι.Το αρχαιοπρεπές σκαρί έπεσε για πρώτη φορά στο νερό το καλοκαίρι του 2008.
Η Ινώ, που ήταν μητριά του Φρίξου, τον μισούσε και αποφάσισε να τον εξοντώσει. Γι' αυτό έπεισε τις γυναίκες εκείνης της χώρας να αφήσουν τα σιτοχώραφα να ξεραθούν, με αποτέλεσμα να προκληθεί πείνα. Στη δύσκολη αυτή στιγμή ο Αθάμαντας έστειλε ένα δικό του άνθρωπο στο Μαντείο των Δελφών για να ζητήσει συμβουλή και βοήθεια. Η Ινώ, όμως, με ύπουλες ενέργειες έπεισε τους μάντεις να απαντήσουν πως η αφορία στη χώρα θα σταματούσε μόνο όταν ο Φρίξος θα θυσιαζόταν στον Δία. Ο Αθάμαντας, επειδή τον πίεζε ο λαός, αποφάσισε να εκτελέσει το χρησμό και οδήγησε τον Φρίξο στο βωμό για να γίνει η θυσία. Αλλά η μητέρα του, η Νεφέλη, τον έσωσε από το θάνατο και του έδωσε, μέσω του Ερμή, ένα χρυσόμαλλο κριάρι, πάνω στο οποίο ανέβηκε μαζί με την Έλλη και ξέφυγαν πετώντας πάνω από τη θάλασσα. Το κριάρι κινήθηκε προς τον Εύξεινο Πόντο και την Κολχίδα. Τη στιγμή όμως που περνούσαν πάνω από το στενό πορθμό [ανάμεσα στην Ασία και την Ευρώπη] η Έλλη έπεσε σε αυτόν και από τότε το στενό ονομάστηκε Ελλήσποντος, δηλαδή της «Έλλης πόντος». Το κριάρι, που εκτός από όλα τα άλλα διέθετε και το χάρισμα της ομιλίας, έδινε κουράγιο στον Φρίξο, τον οποίο τελικά μετέφερε στην Κολχίδα. Ο βασιλιάς εκείνης της χώρας και γιος του Ήλιου, ο Αιήτης, τον υποδέχτηκε θερμά και του έδωσε ως σύζυγο την κόρη του, Χαλκιόπη. Ο Φρίξος θυσίασε το κριάρι στον Φύξιο Δία και κρέμασε το χρυσόμαλλο δέρας του, δηλαδή το δέρμα του, στο ιερό άλσος του θεού Άρη.
Τρισδιάστατη
ψηφιακή αποκατάσταση λειτουργικού αντιγράφου πεντηκοντόρου πλοίου, σαν
αυτό που χρησιμοποιήθηκε στην Αργοναυτική Εκστρατεία. Το πλοίο έχει 50
κουπιά, και μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα 6-8 ναυτικών μιλίων ανά ώρα.
Ανήκει στην τυπολογία της ηπειρωτικής ναυτικής σχολής, δηλαδή στην ίδια
οικογένεια με τα "μακρές νήες" του Ομήρου και τα μετέπειτα γνωστά
πολεμικά πλοία της αρχαιότητας. Οι διαστάσεις του λειτουργικού
αντιγράφου είναι 28,5 μ. μήκος, 4,2 μ. πλάτος. Εκτός από τα κουπιά
μήκους 5μ. φέρει κατάρτι 8 μ και πανί εμβαδού 55 τ.μ.
Στο μεταξύ ο Πελίας και ο Νηλέας, οι δίδυμοι γιοι του Ποσειδώνα από την Τυρώ, την κόρη του Αιολίδη Σαλμωνέα, συγκρούστηκαν διεκδικώντας ο καθένας για τον εαυτό του τη βασιλεία της θεσσαλικής Ιωλκού. Στη διαμάχη αυτή ανάμεσα στα αδέλφια υπερίσχυσε ο Πελίας. Ο Νηλέας κατέφυγε στην Πελοπόννησο, όπου ίδρυσε το βασίλειο της Πύλου και απέκτησε δώδεκα γιους. Από αυτούς ο πιο διακεκριμένος υπήρξε ο Νέστορας, για τον οποίο θα κάνουμε πολλές φορές λόγο σε αυτή την εξιστόρηση των μυθικών χρόνων.
Ο Πελίας, λοιπόν, βασίλευε στην Ιωλκό για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς κανένα πρόβλημα, όταν ρώτησε το μαντείο εάν κινδύνευε ο θρόνος του. Ο χρησμός του μαντείου τον προειδοποιούσε να προσέχει τον άνθρωπο που θα εμφανιζόταν μπροστά του μονοσάνδαλος. Κάποτε, και ενώ θυσίαζε στον πατέρα του, τον Ποσειδώνα, εμφανίστηκε μπροστά του ο Ιάσονας φορώντας ένα μόνο σανδάλι, αφού το άλλο το είχε χάσει όταν διάβηκε τον πλημμυρισμένο ποταμό Άναυρο. Ο Πελίας αμέσως κατανόησε πως αυτός ήταν ο εχθρός τον οποίο του είχε υποδείξει ο χρησμός. Σε αυτό συνηγορούσε και η καταγωγή του νεοφερμένου: Ήταν γιος του Αίσονα και εγγονός του επίσης Αιολίδη, Κρηθέα. Γι' αυτόν το λόγο, για να αποτρέψει τον κίνδυνο, του επέβαλε να πραγματοποιήσει ένα φοβερό άθλο: Να φέρει στην Ιωλκό το χρυσόμαλλο δέρας, δηλαδή το δέρμα του χρυσού κριαριού που μετέφερε τον Φρίξο στην Κολχίδα και το οποίο αυτός είχε αφιερώσει εκεί στον Αρη.
Ο Ιάσονας, επειδή είχε πάρει θάρρος από το χρησμό, ανέλαβε με προθυμία την εκτέλεση του άθλου και προσκάλεσε βοηθούς και συναγωνιστές στην προσπάθεια του αυτή τους πιο γνωστούς ήρωες της Ελλάδας.Έσπευσαν να βοηθήσουν πενήντα από τους πιο ονομαστούς, ανάμεσα τους ο Ηρακλής, ο Θησέας, ο Τελαμώνας και ο Πηλέας, ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης, ο Ίδας και ο Λυγκέας, ο Ζήτης και ο Κάλαϊς, οι φτερωτοί γιοι του Βορέα, ο Μελέαγρος, ο Αμφιάραος, ο Λαέρτης και ο Περικλύμενος. Ο Άργος, ο γιος του Φρίξου, κατασκεύασε με οδηγίες της Αθηνάς το πλοίο με το οποίο θα πήγαιναν στην Κολχίδα οι ήρωες. Το πλοίο πήρε το όνομα Αργώ και στην πλώρη του στερέωσαν ένα ξύλο από τη φηγό της Δωδώνης, δηλαδή την ιερή βελανιδιά που είχε το χάρισμα να μιλάει και να δίνει χρησμούς.
Κυβερνήτης της Αργώς τοποθετήθηκε ο Τίφυς. Ο Ίδμονας, ο γιος του Απόλλωνα, και ο Μόψος συνόδευσαν τους Αργοναύτες ως μάντεις. Μαζί τους ταξίδεψε και ο Ορφέας, για να παρηγορεί με τη λύρα του τους Αργοναύτες και να εξαφανίζει τις μεταξύ τους αντιθέσεις.
Οι Αργοναύτες ξεκίνησαν και έφτασαν στη Λήμνο. Από εκεί, αφού πέρασαν από τον Ελλήσποντο, έφτασαν στη θάλασσα της Προποντίδας και πλησίασαν τη Βιθυνία, στην οποία κατοικούσε ο τυφλός μάντης Φινέας. Ο Ποσειδώνας τον είχε τυφλώσει για να τον τιμωρήσει επειδή είχε αποκαλύψει στον Φρίξο το δρόμο που οδηγούσε στην Κολχίδα. Μάλιστα, τον είχε αφήσει να διαλέξει ανάμεσα στο θάνατο και την τύφλωση και αυτός επέλεξε το δεύτερο. Εκτός όμως από την τύφλωση τον βασάνιζαν και οι Άρπυιες, τα φτερωτά τέρατα. Κάθε φορά που ο μάντης έστρωνε τραπέζι για να φάει, κατέβαιναν από τα σύννεφα και άρπαζαν σχεδόν από το στόμα του την τροφή, στην οποία μετέδιδαν τέτοια δυσοσμία που ήταν αδύνατον πια να την πλησιάσει. Ωστόσο, αν και υπέφερε όλα αυτά, γνώριζε, αφού ήταν μάντης, ότι έρχονταν οι Αργοναύτες και τους υποδέχτηκε ως σωτήρες. Πράγματι, μόλις ετοίμασε το τραπέζι, πλησίασαν όπως το συνήθιζαν οι Άρπυιες. Ο Ζήτης όμως και ο Κάλαϊς, οι φτερωτοί γιοι του Βορέα, τις εμπόδισαν και τις κυνήγησαν μέχρι εκείνο το σημείο όπου εμφανίστηκε ο θεός Ερμής και τους ζήτησε να σταματήσουν την καταδίωξη, γιατί οι Άρπυιες δεν θα ξαναενοχλούσαν τον Φινέα, αλλά θα επέστρεφαν στο σπήλαιο όπου γεννήθηκαν στην Κρήτη.
Ο Φινέας, νιώθοντας γι' αυτόν το λόγο ευγνωμοσύνη για τους Αργοναύτες, τους υπέδειξε τον ασφαλέστερο τρόπο για να φτάσουν στην Κολχίδα. Ιδιαίτερα τους συμβούλευσε τι έπρεπε να κάνουν για να περάσουν ανάμεσα στους φοβερούς βράχους, τις περίφημες Συμπληγάδες Πέτρες. Οι Συμπληγάδες ήταν, όπως είπαμε, δύο βράχοι, οι οποίοι συνεχώς άνοιγαν και έκλειναν με τέτοια ταχύτητα και πάταγο, που ακόμα και για ένα πουλί ήταν δύσκολο σε αυτό το πολύ σύντομο διάστημα να περάσει ανάμεσα τους. Όταν, λοιπόν, η Αργώ έφτασε στο επικίνδυνο τούτο μέρος, ένας από τους Αργοναύτες, ο γιος του Ποσειδώνα, Εύφημος, ελευθέρωσε ένα περιστέρι, το οποίο πέρασε ανάμεσα στους βράχους χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα, χάνοντας μόνο μερικά φτερά από την ουρά του. Αυτό ήταν, σύμφωνα με τη συμβουλή του Φινέα, η απόδειξη εκείνη ότι και οι Αργοναύτες μπορούσαν να επιχειρήσουν με θάρρος το διάπλου.
Έτσι, αφού κωπηλάτησαν με όλη τους τη δύναμη, πέρασαν με επιτυχία τις Συμπληγάδες Πέτρες. Οι βράχοι, τη στιγμή που περνούσαν οι Αργοναύτες, άρχισαν να κλείνουν, αλλά τους εμπόδισαν για λίγο τα θεϊκά χέρια της Αθηνάς.Έτσι, κατόρθωσαν να συντρίψουν μόνο ένα μικρό μέρος -ασήμαντο- της πρύμνης. Επειδή οι θεοί είχαν προαποφασίσει ότι, εάν ένα και μόνο πλοίο κατόρθωνε να περάσει ανάμεσα στις Συμπληγάδες με ασφάλεια, το πέρασμα θα παρέμενε για όλους και για πάντα ασφαλές και εύκολο, από τότε οι βράχοι παρέμειναν ακίνητοι και απομακρυσμένοι ο ένας από τον άλλον.
Στο τέλος του ταξιδιού τους οι Αργοναύτες μπήκαν στον ποταμό Φάση της Κολχίδος και άραξαν στην πρωτεύουσα των Κόλχων, την Αία. Όταν έπλεαν κοντά στον Καύκασο, είδαν τον αετό που κατέτρωγε το συκώτι του Προμηθέα και άκουσαν μάλιστα τα βογκητά του δυστυχισμένου Τιτάνα.Όταν όμως ζήτησαν από τον Αιήτη να τους παραχωρήσει το χρυσόμαλλο δέρας επειδή οι ήρωες ήταν από θεϊκή γενιά και ήρθαν γι' αυτό έπειτα από εντολή των θεών, ο βασιλιάς οργίστηκε και αρνήθηκε να συναινέσει, εκτός εάν πραγματοποιούσαν κάποιους άθλους, οι οποίοι φαινόταν πως ήταν αδύνατον να γίνουν. Ο Ήφαιστος είχε δώσει στον Αιήτη δύο ταύρους, άγριους, με χάλκινα πόδια που ξεφυσούσαν φωτιά. Ο Ιάσονας, για να αποδείξει την υπερήφανη καταγωγή του και την ευμένεια των θεών προς το πρόσωπο του, όφειλε να ζέψει τους δύο ταύρους στο άροτρο και να οργώσει ένα μεγάλο χωράφι. Το εγχείρημα φαινόταν επικίνδυνο, αλλά ο καθένας από τους ήρωες φάνηκε πρόθυμος να το αναλάβει. Ο σοφός Ίδμονας προέτρεψε τον Ιάσονα να αναλάβει αυτή τη δύσκολη αποστολή. Τελικά, ο Ιάσονας, με τη βοήθεια της Ήρας και της Αφροδίτης και τη συνεργεία της Μήδειας, της κόρης του Αιήτη, που τον είχε ερωτευτεί σφοδρά, κατόρθωσε όχι μόνο να δαμάσει τους ταύρους, αλλά και να υπερνικήσει τη δυστροπία του βασιλιά τικ Κολχίδας. Έτσι, οι Αργοναύτες παρέλαβαν το χρυσόμαλλο δέρας και απέπλευσαν από εκεί, παίρνοντας μαζί τους τη Μηδεία, η οποία τους ακολούθησε με τη θέληση της και αργότερα έγινε περιβόητη στην Ελλάδα για την πονηριά και τις μαγικές της ικανότητες.
Η ΑΡΓΟΝΑΥΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ
(κλικ στην εικόνα για μεγέθυνση)
(κλικ στην εικόνα για μεγέθυνση)
Αλλά οι Αργοναύτες έμελλαν κατά την
επιστροφή τους να πάθουν πάμπολλες συμφορές και να διασχίσουν ατελείωτες
θάλασσες και ποταμούς. Στην αρχή έπλευσαν τον Φάση, ο οποίος χύνεται
στον ωκεανό που περιβάλλει τη Γη. Έπειτα έπλευσαν στον ωκεανό και
έφτασαν στο σημείο όπου αυτός συναντά τον ποταμό Νείλο. Ακολούθησαν το
μεγάλο ποτάμι και έφτασαν στην Αίγυπτο. Διέσχισαν μια πολύ μεγάλη
απόσταση έχοντας την Αργώ στους ώμους τους, πριν φτάσουν με τη βοήθεια
του θεού Τρίτωνα ξανά στη Μεσόγειο Θάλασσα. Αλλά και πάλι περιπλανήθηκαν
και αντιμετώπισαν πολλούς κινδύνους, πριν καταφέρουν να επιστρέψουν
στην Ιωλκό.
Αυτά λέει ο μύθος για το ταξίδι των Αργοναυτών. Το ταξίδι αυτό, όπως και όλοι γενικά οι μύθοι εκείνης της εποχής, παραδίδεται και με άλλη, διαφορετική, μορφή. Αλλά όλοι ήταν μύθοι και δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με τις μεταγενέστερες, οπωσδήποτε ακριβείς, γεωγραφικές γνώσεις.
Και όμως οι περισσότεροι Έλληνες πίστευαν σε αυτές τις παραδόσεις, ακόμη και στους μεταγενέστερους ιστορικούς χρόνους, γιατί αυτές εξυμνούσαν τα κατορθώματα των ηρωικών εκείνων και υπεράνθρωπων γενεών, τις οποίες οι προπάτορες μας θεωρούσαν προγόνους και τις τιμούσαν σχεδόν όσο και τους θεούς.
ΟΡΦΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Το Ορφικά Μυστήρια έχουν τις ρίζες τους στον θρακικής καταγωγής μυθικό αοιδό, τον Ορφέα. 0 μύθος αναφέρει ότι ο Ορφέας, βαθιά ερωτευμένος με τη σύζυγο του Ευρυδίκη, κατέβηκε ως τον Άδη για να τη φέρει πίσω, αφού είχε πεθάνει από αιφνίδιο δάγκωμα φιδιού. Με τη μελωδία της λύρας του μάγεψε τον Κάτω Κόσμο και κατάφερε να συμφωνήσει με τον Πλούτωνα την επιστροφή της Ευρυδίκης, με τον όρο να μην την κοιτάξει πριν περάσουν την πύλη του Άδη. Όμως, εκείνος, τυφλωμένος από τον παράφορο ερωτά του, γύρισε και την κοίταξε, και έτσι η Ευρυδίκη έμεινε για πάντα στον κόσμο των νεκρών.
Ο Ορφέας έγραψε ένα σύνολο επικών ποιημάτων, τα οποία συνόδευε με τη λύρα του. Μάλιστα, είχε τελειοποιήσει τη μορφή της, αυξάνοντας τον αριθμό των χορδών σε εννέα, όπως και οι Μούσες. Στα ποιήματα αυτά στηρίχτηκε θρησκευτική κίνηση των Ορφικών η οποία εμφανίστηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. και διαδόθηκε σε όλο τον ελληνικό κόσμο, στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία. Οι Ορφικοί αμφισβητούσαν την ολύμπια θρησκεία και ασχολούνταν με θέματα όπως ο εξαγνισμός και η μεταθανάτια ζωή. Τελούσαν μυστήρια που είχαν ως επίκεντρο βαθιές θρησκευτικές ανησυχίες. Πίστευαν ότι η ψυχή του ανθρώπου ήταν φυλακισμένη στο σώμα και ότι ο μόνος τρόπος απελευθέρωσης της, ήταν η συμμόρφωση σύμφωνα με τον κανόνα της ορφικής ζωής που επέβαλλε την αποχή από το κρέας, το κρασί και τη γενετήσια επαφή. Μετά το θάνατο ερχόταν η ώρα της κρίσης, ανάλογα με τον τρόπο ζωής, η ψυχή πήγαινε ή στην χώρα των Μακαρίων, τα Ηλύσια Πεδία, ή στην Κόλαση. Οι θεωρητικές διδασκαλίες των Ορφικών πέρασαν στη φιλοσοφία και διοχετεύτηκαν μέσω των Νεοπλατωνικών στη χριστιανική σκέψη.
Η ΑΡΓΩ
Ο Άργος, ο γιος του Φρίξου, κατασκεύασε με οδηγίες της Αθηνάς το πλοίο με το οποίο θα πήγαιναν στην Κολχίδα οι ήρωες. Το πλόιο πήρε το όνομα Αργώ και στην πλώρη του στερέωσαν ένα ξύλο από τη φηγό της Δωδώνης, δηλαδή την ιερή βελανιδιά που είχε το χάρισμα να μιλάει και να δίνει χρησμούς.
Από την εγκυκλοπαίδεια ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
Κ.Παπαρρηγόπουλου - National Geographic
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: HELLASONTHEWEB.ORG